ΕΝΑΣ ΟΥΣΙΩΔΗΣ ΟΙΔΙΠΟΥΣ
ΟΙΔΙΠΟΥΣ ΤΥΡΑΝΝΟΣ σε σκηνοθεσία
ΚΩΝΣΤΑΝΤΙΝΟΥ ΜΑΡΚΟΥΛΑΚΗ
«Όλα σαφή. Γεννημένος απ’ αυτούς που δεν έπρεπε. Ομόκλινος αυτών που δεν έπρεπε. Φονέας αυτών που δεν έπρεπε. Ω φως, για τελευταία φορά τώρα σε βλέπω· αποκαλύφθηκα.» Σοφοκλή, Οιδίπους Τύραννος
Δεν έχει υπάρξει τραγικότερος ήρωας από τον Οιδίποδα στο έργο του Σοφοκλή Οιδίπους Τύραννος. Στην τραγωδία αυτή, η οποία γράφτηκε κατά πάσα πιθανότητα στο πρώτο μισό της δεκαετίας 430 – 420 π Χ, το κεντρικό πρόσωπο έρχεται αντιμέτωπο με μια προδιαγεγραμμένη πορεία για την οποία οι θεοί είχαν αποφασίσει ήδη από την ημέρα που γεννήθηκε.
Ο θεατής παρακολουθεί τον Οιδίποδα γνωρίζοντας τον χρησμό ο οποίος καθορίζει το πεπρωμένο του. Ο μόνος ο οποίος δεν γνωρίζει, αλλά θα ανακαλύψει την αλήθεια κομμάτι κομμάτι, στιγμή στιγμή, είναι ο ήρωας μας. Η ειρωνεία της μοίρας ομού με την αγωνία μετεωρίζεται πάνω από την πλοκή του έργου. Παρ’ όλα αυτά το αριστουργηματικό κείμενο του Σοφοκλή, διατηρεί το ενδιαφέρον για την αποκάλυψη της αλήθειας μέχρι το τέλος. Ο Οιδίπους θα εκκινήσει στην αρχή του έργου ως ο ευτυχέστερος των θνητών για να βρεθεί στο τέλος της τραγωδίας, ως ο δυστυχέστερος όλων. Η πολύσημη αυτή τραγωδία πραγματεύεται την καθοριστική στάση του Θείου αλλά ταυτόχρονα και το ασταθές της ανθρώπινης κατάστασης θέτοντας προς προβληματισμό την έννοια της θνητότητας όχι τόσο υπό τη σκοπιά του θανάτου, όσο αυτήν της φθοράς. Έτσι κι αλλιώς τα έργα του Σοφοκλή χαρακτηρίζονται από τον ανθρωποκεντρικό προβληματισμό που καταθέτει ο συγγραφέας.
Ο Κωνσταντίνος Μαρκουλάκης σιγά σιγά αλλά και αθόρυβα, έχει κατορθώσει εδώ και καιρό να προσφέρει στο θεατρικό κοινό μία σειρά από ορθά δομημένες παραστάσεις οι οποίες χαρακτηρίζονται από το ουσιώδες της πρότασης του, αδιαφορώντας να επιλέξει μέσα εντυπωσιασμού του κοινού. Αυτό πράττει και αυτή την φορά. Στον Οιδίποδα Τύραννο που σκηνοθετεί, επιλέγει ένα λιτό, δωρικό σκηνικό. Το βάρος της πρότασής του πέφτει τόσο στις ερμηνείες των χαρακτήρων, όσο και σε αυτόν τον θεατρικό λόγο του Σοφοκλή, αυτόν καθ’ αυτόν. Πετυχαίνει δε το μέγιστο του αποτελέσματος εξ αιτίας της επιλογής των συνεργατών του.
Ο Γιάννης Λιγνάδης επανέρχεται στην μετάφραση της συγκεκριμένης τραγωδίας έχοντας στο μυαλό του ή μάλλον στην άκρη του ματιού του, τους θεατές. Επιλέγει να μεταφράσει το αρχαίο κείμενο δίνοντάς του την αναγκαία θεατρικότητα που χρειάζεται ένα σύγχρονο ανέβασμα. Με αυτό τον τρόπο η εκφορά του λόγου των ερμηνευτών διαχέεται με καθαρότητα στο κοινό, καθιστώντας το κείμενο έναν από τους βασικούς συντελεστές της παράστασης και το κατορθώνει με άριστο τρόπο μιας και οι θεατές καθηλώνονται από το εύληπτο και «ζωντανό» κείμενο του αρχαίου τραγωδού. Όσο όμως επιτυχής είναι η επιλογή του μεταφραστή άλλο τόσο επιτυχής είναι και η επιλογή του Δημήτρη Λιγνάδη στο ρόλο του Οιδίποδα.
Ο Δ. Λιγνάδης σηκώνει στους ώμους του έναν εξοντωτικό σχεδόν ρόλο μιας και βρίσκεται επί σκηνής σχεδόν ολοκληρωτικά από την αρχή μέχρι το τέλος του έργου. Μέσα από την υποδειγματική ερμηνεία του, παρακολουθούμε όλη τη διαδρομή του βασιλιά της Θήβας. Από την αρχή, όταν η σιγουριά και η σταθερότητα χαρακτηρίζουν την παρουσία του άνακτα, περνάμε ακολούθως στο στάδιο του κλονισμού, όταν οι πρώτες αμφιβολίες αρχίζουν να εμφανίζονται στο προσκήνιο, για να καταλήξουμε στο τέλος στην πλήρη καταβαράθρωση του άλλοτε πανίσχυρου άνδρα της Πόλης. Η μαραθώνια ερμηνεία του Λιγνάδη είναι μεστή, αληθινή και ουσιώδης. Επιλέγει μέσω αυτής να επικοινωνήσει με το κοινό αποφεύγοντας την όποια επίδειξη θεατρικού εντυπωσιασμού. Ιδανική συνεργάτης η Αμαλία Μουτούση στο ρόλο της Ιοκάστης συμπληρώνει και δένει την ερμηνεία του πρωταγωνιστή. Εξίσου σωστά ζυγισμένος ο Νίκος Χατζόπουλος ως Κρέων.
Στο ίδιο πλαίσιο, αυτό της ουσίας, ακολουθούν και οι υπόλοιποι συντελεστές. Εξαιρετικός ο Κώστας Αβαρικιώτης στο ρόλο του Τειρεσία, ερμηνεύει τον μάντη μέσα από την κοφτή, λιτή όσο και δυναμική ερμηνεία του.
Ο μαυροντυμένος, εξαιτίας του λιμού, χορός (εξαιρετική η δουλειά του Πάρη Μέξη σε σκηνικά και κουστούμια) κινείται ιδανικά στον χώρο της σκηνής (πολύ καλή η δουλειά της Κικής Μπάκα) συμπληρώνοντας το ψηφιδωτό της παράστασης. Μοναδικό εφόδιό τους το αγροτικό σακίδιο του σπορέα μέσα από το οποίο εμφανίζονται πήλινα ομοιώματα παιδιών σε μια διπλή αναφορά : είναι τα τέκνα της Θήβας που ταλαιπωρούνται από τον λοιμό αλλά και ο Οιδίπους ως βρέφος (όταν μετά την απόσυρση αυτών των ομοιωμάτων μένει ένα, κυρίαρχο στο σκηνικό) παραπέμποντας στην αρχή του μύθου όταν η γέννησή του συνοδεύτηκε από τον χρησμό των θεών.
Εξίσου σημαντική η μουσική του Μίνωα Μάτσα ο οποίος έντυσε την παράσταση με τρόπο ο οποίος αναδείκνυε τόσο το ρόλο του χορού, όσο και συνολικότερα τα δρώμενα της παράστασης.
Καταλήγοντας ο Κωνσταντίνος Μαρκουλάκης επιλέγει να παρουσιάσει μία πρόταση γεμάτη αυτοπεποίθηση. Μετά τις παραστάσεις κατά τις οποίες σκηνοθέτες εντυπωσιάζουν με βαρύγδουπα σκηνικά ή με εκκεντρικές συλλήψεις, αυτός επιλέγει να δώσει το βάρος στο λόγο και στη θεατρική ερμηνεία αυτή καθ’ αυτή. Χτίζει μία παράσταση κομμάτι κομμάτι, η οποία αρχίζει να εγκλωβίζει τον ήρωα μας στην προδιαγεγραμμένη μοίρα του, μέχρι την τελική αποκαθήλωση. Και το κάνει σιγά-σιγά, σπείρα-σπείρα στο κέντρο της οποίας αυτός θα εγκλωβιστεί, όπως ιδανικά αποτυπώνεται μέσω της κατάθεσης των χοών που κάνει ο χορός στο σκηνή.
Σε μια εποχή που κυριαρχεί το «φαίνεσθαι» , η επιλογή του «είναι», λειτουργεί παιδευτικά και λυτρωτικά.
Συντελεστές
Μετάφραση: Γιάννης Λιγνάδης
Σκηνοθεσία: Κωνσταντίνος Μαρκουλάκης
Σκηνικά-Κοστούμια: Πάρις Μέξης
Μουσική: Μίνως Μάτσας
Κίνηση: Κική Μπάκα
Φωτισμοί: Αλέκος Γιάνναρος
Βοηθοί σκηνοθέτη: Δήμητρα Δερμιτζάκη, Έλενα Σκουλά
Φιλολογικός Σύμβουλος: Νίκος Μανουσάκης
Βοηθός Μουσικού: Δήμητρα Αγραφιώτη
Φωνητική Διδασκαλία: Κατερίνα Κοζαδίνου
Φωτογραφίες παράστασης: Πάτροκλος Σκαφίδας
Πρωταγωνιστούν:
Δημήτρης Λιγνάδης: Οιδίποδας
Αμαλία Μουτούση: Ιοκάστη
Νίκος Χατζόπουλος: Κρέων
Κωνσταντίνος Αβαρικιώτης: Τειρεσίας
Γιώργος Ζιόβας: Άγγελος
Γιώργος Ψυχογιός: Θεράπων
Νικόλας Χανακούλας: Εξάγγελος
Χορός: Μιχάλης Αφολαγιάν, Δημήτρης Γεωργαλάς, Δημήτρης Καραβιώτης, Κώστας Κοράκης, Αλκιβιάδης Μαγγόνας, Δημήτρης Μαύρος, Βασίλης Παπαδημητρίου, Γιάννης Πολιτάκης, Γιωργής Τσουρής, Βαγγέλης Ψωμάς.
Σαμάντης Κώστας, 7 Σεπτεμβρίου 2019
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου