Παρασκευή 19 Μαρτίου 2010

ΜΑΟΥΖΕΡ του Χάινερ Μύλλερ

ΣΠΟΥΔΗ ΠΑΝΩ ΣΤΟΝ (ΚΑΘΕ) ΕΜΦΥΛΙΟ

Ο Εμφύλιος του 1946-1949 αποτελεί μία από τις τρεις σημαντικότερες ανοιχτές πληγές (οι άλλες δύο είναι η Μικρασιατική Καταστροφή του 1922 και η εισβολή και κατοχή της Κύπρου το 1974) στο σώμα του Ελληνισμού τον αιώνα που μας πέρασε.
Μάλιστα είναι η μόνη κατά την οποία οι συντελεστές ήταν εσωτερικής μορφής. Με αυτό λοιπόν ως αφορμή ο Τερζόπουλος ανεβάζει για δεύτερη χρονιά στο θέατρο Άττις την παράσταση Μάουζερ του Χάινερ Μύλλερ.


Θεωρούμε, υποκειμενικά βέβαια, τον Τερζόπουλο ως τον μεγαλύτερο Έλληνα σκηνοθέτη, του οποίου η φήμη αλλά κυρίως το έργο έχει ξεπεράσει εδώ και πολλά χρόνια τα σύνορα της χώρας μας. Έχοντας κάνει τα πρώτα του βήματα στο Μπερλίνερ Ανσάμπλ του Βερολίνου, ξεκίνησε από το Μπρεχτικό θέατρο για να φτάσει στις τελευταίες του παραστάσεις, βήμα-βήμα, να προσπαθεί να αρθρώσει αρχέγονα οντολογικά ερωτήματα γύρω από τον άνθρωπο, πράγμα που μπορούμε να πούμε ότι το κατορθώνει με πολύ μεγάλη επιτυχία.
Ήταν δε σε αυτό το θέατρο, το Μπερλίνερ Ανσάμπλ, όπου γνωρίστηκε με τον Χάινερ Μύλλερ, έναν από τους σημαντικότερους θεατρικούς συγγραφείς του τελευταίου τετάρτου του 20ου αιώνα, ο οποίος έμελλε να γίνει δάσκαλος και συνεργάτης του. Μέλος, ο Μύλλερ, από το 1954 της ένωσης Ανατολικογερμανών συγγραφέων, δεν άργησε να πέσει στη δυσμένεια των κομμουνιστικών αρχών της Ανατολικής Γερμανίας για τον αιρετικό χαρακτήρα τόσο του έργου του όσο και της διδασκαλίας του. Αξίζει να αναφέρουμε ότι το ‘Μάουζερ’ είχε απαγορευθεί γραπτώς και επισήμως στο έδαφος της Λαϊκής Δημοκρατίας της Γερμανίας, παρ’ ότι ο ίδιος το θεωρούσε ως διδακτικό έργο κατάλληλο για διδασκαλία στην ανώτατη σχολή του Κόμματος.
Η υπόθεση του Μάουζερ διαδραματίζεται τον καιρό του Εμφυλίου που ξέσπασε μετά τον Οκτώβριο του 1917 στην Ρωσία ανάμεσα στους Λευκοφρουρούς από τη μια μεριά και τους Σοβιετικούς Επαναστάτες από την άλλη.
Θέλοντας να τιμήσει τα 80 χρόνια γέννησης αλλά και τα 15χρονα από τον θάνατο του συγγραφέα, ο σκηνοθέτης αποφάσισε να ανεβάσει το συγκεκριμένο έργο.
Ο Τερζόπουλος πήρε το κείμενο αυτό και έντεχνα όσο και επίκαιρα, το μεταμόρφωσε σε ένα έργο πάνω στον Ελληνικό Εμφύλιο αλλά και σε κάθε Εμφύλιο εντέλει, αναδεικνύοντας τις τραγικές πτυχές όσο και τα ανθρωπολογικά ερωτήματα που προκύπτουν μέσα από αδελφοκτόνες συρράξεις.
Βάζοντας στην άκρη τις δεδομένες γενεσιουργές ευθύνες των Ξένων Μεγάλων Δυνάμεων, την περίοδο του 1944-1946, χωρίς βέβαια να τις υποτιμά (άλλωστε ο ίδιος έχει δηλώσει ότι ‘προέρχομαι από μια οικογένεια η οποία μετά τον Εμφύλιο βρέθηκε από την μεριά των ηττημένων και πολεμήθηκε πολιτικά αλλά και ψυχολογικά’) προχωρά όχι ένα αλλά αρκετά βήματα παραπέρα, προσπαθώντας να αναδείξει τα φιλοσοφικά και οντολογικά ερωτήματα που προκύπτουν σε περιόδους τόσο αλληλοσπαραγμού όσο και ανεξέλεγκτης, πολλές φορές, βίας.
Κατορθώνει λοιπόν να δώσει μία παράσταση πλήρη ερωτηματικών που έχουν να κάνουν με την εργαλειοποίηση του επαναστατικού υποκειμένου, την κατάσταση δηλαδή κατά την οποία οι επαναστατημένοι μετατρέπονται σιγά-σιγά από μια καρδιά και ψυχή που ζητά να αναλάβει την ευθύνη της μοίρας της σε στρατιώτη ταγμένο σε αυτή την υπόθεση στο τελικό στάδιο όπου ο άνθρωπος δεν ξεχωρίζει καν από το όπλο που κρατά στην άκρη του χεριού του, όπου δεν είναι ευκρινές αν το όπλο είναι προέκταση του χεριού ή το ίδιο το σώμα εξάρτημα του όπλου.
Βλέπουμε λοιπόν μέσα από την δίκη δύο επαναστατών, κατά την οποία ο ένας κατηγορείται γιατί από υπέρμετρο ζήλο φτάνει σε σημείο να εκτελεί ανθρώπους καθ’ υπέρβαση της λογικής, έμπνεος από την μανία του αίματος και ο άλλος κατηγορείται γιατί ακριβώς δεν υπάκουσε στην εντολή για εκτέλεση των εχθρών της επανάστασης, γινόμενος εντέλει ξένο σώμα προς αυτήν, επειδή στο βλέμμα του Άλλου συνάντησε το δικό του βλέμμα ( « Τίμημα της λευτεριάς αυτοί που πάμε να ελευθερώσουμε» ).
Το κείμενο, πολυσχιδές όπως είναι, ασχολείται όμως και με το ζήτημα της βίας για τον εαυτό της ( «Σκοτώνω για ποιο λόγο; Και πεθαίνω για ποιο λόγο;» ), με το σημαντικό θέμα της υποταγής και της ιεραρχίας σε κρίσιμες καταστάσεις, με την λειτουργία των μηχανισμών, επαναστατικών ή απλά κομματικών.
Προτείνει, με ουσιαστικό και δραματικό τρόπο, ερωτηματικά γύρω από το κόστος το οποίο αξίζει να αναληφθεί γύρω από την επίτευξη του τελικού στόχου και κυρίως αναδεικνύει την αντιφατικότητα η οποία ισχύει πολλές φορές ανάμεσα στα μέσα και το σκοπό ( « το χορτάρι Πρέπει ακόμα εμείς να ξεριζώνουμε, για να μείνει πράσινο» ). Από την αναγκαιότητα του «ο σκοπός αγιάζει τα μέσα» οδηγεί στο ερώτημα μήπως εντέλει τα μέσα είναι ο σκοπός.
Κοινή συνισταμένη όλων των πιο πάνω βέβαια, είναι η υπέρβαση των ορίων ( η αρχαιοελληνική «ύβρις» τελικά ), τόσο σε επίπεδο πολιτικής όσο και σε επίπεδο ανθρώπινου μέτρου.
Σημαντική θέση σε όλη αυτή την συναισθηματική όσο και τραγική φόρτιση, παίζει το ίδιο το σκηνικό,όπου έχοντας διατάξει τους θεατές σε δύο σειρές των 20 ατόμων, οι οποίες πλαισιώνουν την δράση, τους μετατρέπει με τον τρόπο του από παθητικούς παρατηρητές ενός θεατρικού δρώμενου σε κριτές και εντέλει σε ενόρκους όπου πρέπει να τοποθετηθούν και να αποφασίσουν γι’ αυτά που βλέπουν.
Το σκηνικό της δράσης μετατρέπεται, ανάλογα με τις ανάγκες του κειμένου και της σκηνοθεσίας, σε κιβωτό, εδώλιο, κελί, λαιμητόμο και εντέλει τάφο του ανθρώπινου ψυχισμού των πρωταγωνιστών της παράστασης.
Εγείροντας πλείστα όσα ερωτηματικά γύρω από την ανθρώπινη φύση και τα όριά της, τον χαρακτήρα της βίας και το περιεχόμενο της επανάστασης, «αναγκάζει» τους θεατές να απαντήσουν οι ίδιοι, πιστός ο σκηνοθέτης στην επιλογή του συγγραφέα να μην τοποθετείται ο ίδιος.
Δεν είναι τυχαίο ότι προσθέτει εκτός κείμενου στο τέλος το ύστατο οντολογικό ερώτημα « τι είναι ο άνθρωπος;»
Το όλο σκηνικό συμπληρώνεται από την φωτογραφική εγκατάσταση της Γιοχάνα Βέμπερ κατά την οποία 133 μεγεθυμένες φωτογραφίες από μορφές της Ελληνικής Αντίστασης, τοποθετημένες στα συμβατικά έδρανα των θεατών, παρακολουθούν και εντέλει επιβλέπουν τόσο τα μετά της Εθνικής Αντίστασης γενόμενα, όσο και εμάς τους ίδιους, οι οποίοι καλούμαστε να τοποθετηθούμε για το «τραγικόν» που μόλις παρακολουθήσαμε.
Απαραίτητο συμπλήρωμα στο ψηφιδωτό, οι άριστες σωματικές όσο και εσώτερες ερμηνείες τις οποίες κατορθώνει να αποσπάσει κατά την προσφιλή του μέθοδο από τους τέσσερις ηθοποιούς Θανάση Αλευρά, Στάθη Γράψα, Αντώνη Μυριαγκό, Αλέξανδρο Τούντα, αλλά και από τη συμμετοχή τόσο του ιδίου όσο και της Μαρίας Μπέικου, ηρωίδας της Εθνικής Αντίστασης, η οποία με την εμβληματική παρουσία της, δίνει ένα είδος ιστορικής νομιμοποίησης στο όλο εγχείρημα.
Υπενθυμίζουμε ότι η Μπέικου είναι ανάμεσα στους 66 αντιστασιακούς οι οποίοι με επιστολή τους απάντησαν στον Γερμανό Υπουργό Οικονομικών Σόιμπλε, μετά την δήλωσή του ότι η Γερμανία δεν μπορεί να πληρώσει τα λάθη των Ελλήνων και στην οποία υπενθυμίζουν τα 7,1 δις δολάρια των πολεμικών επανορθώσεων, αλλά και τα 3,5 δις του αναγκαστικού κατοχικού δανείου τα οποία οφείλει στη χώρα μας η Γερμανία.
Εν κατακλείδι το Μάουζερ είναι ίσως η σημαντικότερη παράσταση της περιόδου.

Υ.Γ.
Το κείμενο κυκλοφορεί από τις εκδόσεις Άγρα ( Μάουζερ & ο Οράτιος, Χάινερ Μύλλερ). Αξίζει επίσης να αναφέρουμε ότι από τις ίδιες εκδόσεις κυκλοφορεί και το σημαντικότατο βιβλίο για το θέατρο « Θεόδωρος Τερζόπουλος και Θέατρο Άττις/Αναδρομή, Μέθοδος, Σχόλια».

Πληροφορίες:
Μετάφραση: Ελένη Βαροπούλου
Σκηνοθεσία-Σκηνική εγκατάσταση: Θεόδωρος Τερζόπουλος
Μουσική: Παναγιώτης Βελιανίτης
Δραματουργική συνεργασία: Κώστας Αρβανιτάκης
Φωτισμοί: Θεόδωρος Τερζόπουλος, Κων/νος Μπεθάνης
Τεχνικός υπεύθυνος: Κων/νος Μπεθάνης
Εκτέλεση σκηνικής εγκατάστασης: Χαράλαμπος Τερζόπουλος
Υπεύθυνη παραγωγής-προγράμματος: Μαρία Βογιατζή
Φωτογραφική εγκατάσταση: Γιοχάνα Βέμπερ
Ερμηνεύουν: Θανάσης Αλευράς, Σταθης Γράψας, Αντώνης Μυριαγκός, Αλέξανδρος Τούντας
Συμμετέχουν: Μαρία Μπέικου, Θεόδωρος Τερζόπουλος
Το κοστούμι της Μαρίας Μπέικου σχεδίασε η ΛΟΥΚΙΑ



Διαβάστε περισσότερα!

Τετάρτη 10 Μαρτίου 2010

ΚΑΛΛΙΚΡΑΤΗΣ Ή ΜΗΠΩΣ ΗΡΟΣΤΡΑΤΟΣ ;

Σε θέμα μείζονος προτεραιότητας έχει αναδειχθεί για το Υπουργείο Εσωτερικών η υλοποίηση της Διοικητικής Μεταρρύθμισης στην Τοπική Αυτοδιοίκηση σε πρώτο και δεύτερο βαθμό.
Μέσα από αλλεπάλληλες συσκέψεις του Υπουργικού Συμβουλίου, επαφές με τους αρμόδιους φορείς, συνέδρια της ΚΕΔΚΕ και ΤΕΔΚΝΑ, επιχειρείται μέσω της Νέας Αρχιτεκτονικής Κράτους και Αυτοδιοίκησης (Καλλικράτης), η πλήρης αναδιάρθρωση στο χώρο της τοπικής αυτοδιοίκησης. Το σχέδιο αποτελεί ουσιαστικά το δεύτερο μέρος της μεταρρύθμισης, η οποία είχε υλοποιηθεί το 1988 (Καποδίστριας) και το οποίο είχε συρρικνώσει τους 6.000 δήμους και κοινότητες της χώρας σε 1.034.



Παρακολουθώντας τις σχετικές συζητήσεις και προτάσεις και λαμβάνοντας υπ’ όψιν το κείμενο της δημόσιας διαβούλευσης, μπορούμε να πούμε ότι η πρόθεση της κυβέρνησης όχι μόνο αποτελεί μια βεβιασμένη κίνηση και δεν λαμβάνει υπ’ όψιν της την προηγούμενη εμπειρία, αλλά κυρίως βρίσκεται σε μια λογική οικονομίστικης διευθέτησης των όποιων προβλημάτων υπάρχουν, αδιαφορώντας αλλά εν τέλει συρρικνώνοντας τον πολιτικό ρόλο που έχει να επιτελέσει η τοπική αυτοδιοίκηση.
Δώδεκα χρόνια μετά την υλοποίηση της πρώτης αναδιάρθρωσης ουδείς αμφιβάλλει για τα αποτελέσματά της.
Δεν είναι μόνο οι προσωπικές εμπειρίες οι οποίες δείχνουν ξεκάθαρα τη σταδιακή απογύμνωση της υπαίθρου, τη ερημοποίηση των χωριών και των κοινοτήτων, που αφομοιώθηκαν από άλλους μεγαλύτερους δήμους, την ολοένα και μεγαλύτερη μείωση της οικονομικής δραστηριότητας ή της απαξίωσης των διοικητικών υπηρεσιών από το απαραίτητο πολιτικό προσωπικό και την μείωση των πόρων οι οποίοι κατευθύνονταν σε αυτές.
Το ίδιο το κείμενο της δημόσιας διαβούλευσης (ΚΔΔ) αναφέρει χαρακτηριστικά για τον Καποδίστρια «….δε δημιούργησε παρόλαυτα αποτελεσματικούς Δήμους με οικονομική αυτάρκεια και δυνατότητα άντλησης ιδίων πόρων, ούτε διοικητική ικανότητα με καλά οργανωμένες υπηρεσίες και ανθρώπινο δυναμικό……» (1) και αλλού «…..η Πολιτεία δεν στήριξε ουσιαστικά τους νέους ΟΤΑ με πολιτικές προγραμματικής, οργανωτικής και λειτουργικής αναβάθμισης καθώς και με επαρκή χρηματοδότηση, ούτε προχώρησε σε μια σχεδιασμένη, με ενιαίο τρόπο, και ολοκληρωμένη αλλαγή του διοικητικού συστήματος της χώρας…..» (2).
Σε μια πρώτη μάλιστα αποτίμηση των αποτελεσμάτων του Καποδίστρια την οποία επιχείρησε το ΙΣΤΑΜΑΙ – ΑΝΔΕΑΣ ΠΑΠΑΝΔΡΕΟΥ, σε μια επίδειξη ειλικρίνειας, παραδέχεται ύστερα από μία έκθεση 151σελίδων και 50 γραφημάτων ότι «….η εφαρμογή της δημιούργησε περισσότερα προβλήματα από εκείνα τα οποία έλυσε τόσο σε θεσμικό όσο και πρακτικό επίπεδο, ενώ από τους πρωταγωνιστές της πιο πολύ μοιάζουν δυσαρεστημένοι παρά ευτυχείς από όσα συμβαίνουν….»(3).
Στο κατά πόσον η συγκεκριμένη μεταρρύθμιση βοήθησε στην αναβάθμιση του ρόλου της περιφέρειας, διατήρησε τον πληθυσμό σε αυτήν και ενίσχυσε την τοπική δραστηριότητα μας δίνουν μια εικόνα τα εξής στοιχεία:


Χρονιά Συμμετοχή Αγροτικού τομέα στο Ακαθάριστο Εγχώριο Προϊόν
1995 9,85%
2000 5,39%
2004 4,07%
2007 3,04%
2008 2,92% (4)

Ακόμη κατά το έτος 2009 ο αγροτικός τομέας απασχολεί το 11,6% του συνολικού εργατικού δυναμικού, σημειώνοντας πτώση κατά 4,4% σε σύγκριση με το 2000(5).

Όσο και αν κύρια υπεύθυνος για τα πιο πάνω αποτελέσματα είναι η πολιτική η οποία εφαρμόζεται από τις τελευταίες κυβερνήσεις, δεν μπορούμε παρά να σημειώσουμε ότι σε αυτήν τη συγκεκριμένη πολιτική η διοικητική μεταρρύθμιση η οποία αφορά στην περιφέρεια, έχει το μερίδιο της ευθύνης που της αναλογεί.
Παρ’ όλα αυτά η κυβέρνηση χωρίς να βγάλει χρήσιμα συμπεράσματα από το προηγούμενο χρονικό διάστημα, προχωρά βεβιασμένα στο δεύτερο βήμα. Σύμφωνα με τις διακηρύξεις της πρόθεσή της είναι η αναβάθμιση και ο εκσυγχρονισμός της τοπικής αυτοδιοίκησης σε επίπεδο πολιτικό, λειτουργικό και οικονομικό. Αν όμως προστρέξουμε στο κείμενο της Δ.Δ. το μόνο σημείο στο οποίο περιγράφεται κάπως ο σκοπός είναι το ακόλουθο:
«Η Νέα Αρχιτεκτονική της Αυτοδιοίκησης και της Αποκεντρωμένης Διοίκησης αποσκοπεί στην εξοικονόμηση πόρων των φορολογούμενων πολιτών μέσω του περιορισμού του αριθμού των ΟΤΑ και των νομικών τους προσώπων και στην εξορθολογισμένη διαχείριση.» (6)
Για το ουσιαστικότερο μέρος, την πολιτική αναβάθμιση του ρόλου της τοπικής αυτοδιοίκησης, μόνο γενικόλογες αναφορές βρίσκουμε χωρίς βέβαια να συνοδεύονται , γιατί ακριβώς δεν είναι στην επιλογή τους, από συγκεκριμένα μέτρα υλοποίησης.

Ο Καλλικράτης λοιπόν προτίθεται να φέρει τις εξής συγκεκριμένες αλλαγές.
Μετατρέπει τις 54 Νομαρχιακές Αυτοδιοικήσεις σε 13 Περιφέρειες, με αναβάθμιση του ρόλου του Περιφερειάρχη με αυξημένες αρμοδιότητες, με παράλληλη θέσπιση περιφερειακού συμβουλίου, περιφερειακών επιτροπών και περιφερειακό συνήγορο για τον πολίτη και την επιχείρηση. Ακόμη από τους 1.034 δήμους και κοινότητες περνά στους 370 το πολύ, με αναβάθμιση του ρόλου του δημάρχου και με θέσπιση θεματικών και τοπικών αντιδημάρχων, συμβουλίων διαβούλευσης, συνήγορο για τον πολίτη και την επιχείρηση, δημοτικά e- ΚΕΠ, κάρτα δημότη κ.λ.π. Τέλος προβλέπει τον περιορισμό των 6.000 Δημοτικών Επιχειρήσεων και Νομικών Προσώπων σε 2.000, ενώ θέτει τους ΟΤΑ υπό κηδεμονία μέσω της συγκρότησης Ειδικής υπηρεσίας εποπτείας .
Ως λόγος για την μετατροπή των Νομαρχιών σε Περιφέρειες αναφέρεται η μέχρι σήμερα αδυναμία συμμετοχής στα αρμόδια όργανα της Ε.Ε. (επιτροπή περιφερειών κ.λ.π.),γεγονός που λειτουργούσε προβληματικά στην διαχείριση των συγκεκριμένων κονδυλίων, τα οποία αποφασίζονταν σε ευρωπαϊκό επίπεδο. Με βάση όμως το κείμενο της Δ.Δ. ο αιρετός περιφερειάρχης αποκτά τέτοιες υπερεξουσίες όπου αντί για αποκέντρωση ουσιαστικά έχουμε υπερσυγκέντρωση εξουσιών, χωρίς δημοκρατικό έλεγχο, με τον ρόλο του περιφερειάρχη να τοποθετείται ανταγωνιστικά, ενδεχομένως και πιο πάνω από το ρόλο των βουλευτών, μιας και η εκλογή του θα στηρίζεται σε πολύ μεγαλύτερο αριθμό ψήφων από αυτές τις οποίες χρειάζεται ένα μέλος του κοινοβουλίου για να εκλεγεί.

Η σημαντικότερη όμως αλλαγή συντελείται στο χώρο της πρωτοβάθμιας τοπικής αυτοδιοίκησης, αποσκοπώντας ουσιαστικά στην εξοικονόμηση πόρων από τους ΚΑΠ (Κεντρικούς Αυτοτελείς Πόρους) τους οποίους υποχρεούνταν η κεντρική εξουσία να παρέχει στους ΟΤΑ. Με τον τρόπο αυτό το πάγιο αίτημα της τοπικής αυτοδιοίκησης (περισσότεροι πόροι για περισσότερη αυτοδιοίκηση) μετατρέπεται σε λιγότερα κονδύλια, σε λιγότερους δήμους.
Το κυριότερο όμως είναι ότι η κεντρική φιλοσοφία του Καλλικράτη, χαρακτηρίζεται από ένα ξεκάθαρα νεοφιλελεύθερο πνεύμα. Προσπαθεί να μετατρέψει τους ΟΤΑ από οργανισμούς, έστω περιορισμένης αυτοδιοίκησης, έστω προβληματικούς αλλά εγγύτερους από κάθε άλλον κοντά στον πολίτη, σε οργανισμούς εξορθολογισμένης λογιστικής διαχείρισης ή όπως χαρακτηριστικά αναφέρεται «….οι Δήμοι θα αποτελέσουν ισχυρές μονάδες τοπικής ανάπτυξης και ταυτόχρονα εξελίσσονται σε αποτελεσματικούς διαχειριστές υπηρεσιών….» (7).
Τούτο γίνεται σαφές από τις νέες αρμοδιότητες οι οποίες μεταφέρονται στους δήμους με βάση τον Καλλικράτη. Ως τέτοιες περιγράφονται οι εξής:
• Η πρόνοια και η προστασία της δημόσιας υγείας.
• Η ανέγερση σχολικών κτηρίων
• Η ένταξη των μεταναστών
• Οι πολεοδομικές εφαρμογές
• Ο υγειονομικός έλεγχος
• Οι αδειοδοτήσεις και ο έλεγχος πολλών τοπικών, οικονομικών και κοινωνικών δραστηριοτήτων κ.λ.π.(8)

Ήδη όμως η εμπειρία του Καποδίστρια σε αυτό το επίπεδο υπήρξε αρνητική. Χαρακτηριστικό είναι το παράδειγμα των παιδικών σταθμών. Θεσμός ο οποίος εντασσόταν στη λογική του πάλε ποτέ Υπουργείου Κοινωνικών Υπηρεσιών όσο και του Υπουργείου Παιδείας, με αυτονόητο το δικαίωμα της ελεύθερης και δωρεάν πρόσβασης σε αυτόν. Η μεταφορά του όμως στην αρμοδιότητα του δήμου, χωρίς τα απαραίτητα κονδύλια βέβαια, οδήγησε στην πρακτική των τροφείων όπου στην πλειοψηφία των δήμων κυμαίνονται από 50 έως 120 ευρώ κατά μέσον όρο. Έχει ήδη δρομολογηθεί η ένταξη στους ΟΤΑ και του θεσμού των βρεφονηπιακών σταθμών.
Στην ίδια λογική η μεταφορά αρμοδιοτήτων όπως είναι η ανέγερση των σχολικών κτηρίων ή η λειτουργία σταθμών της πρωτοβάθμιας Υγείας, οι οποίοι θα εξυπηρετούνται από ιδίους πόρους, μας οδηγεί στην διαμόρφωση δήμων πολλαπλών ταχυτήτων. Είναι προφανές ότι στο βαθμό που άλλους πόρους, εκ των πραγμάτων, μπορεί να διαθέτει το Κερατσίνι από την Εκάλη, η Μύκονος από την Τήλο ή το Αγαθονήσι, διαφορετικό θα είναι το επίπεδο αλλά και η ποιότητα των υπηρεσιών που θα παρέχονται στην Υγεία και στην Παιδεία. Και είναι ακριβώς αυτή η λογική η οποία θα οδηγήσει αναγκαστικά τους δήμους σε συμπράξεις δημοσίου και ιδιωτικού τομέα (ΣΔΙΤ). Ουσιαστικά ο χώρος της τοπικής αυτοδιοίκησης θα αποτελέσει ένα πρώτο πεδίο, τον Δούρειο Ίππο πρακτικά, εφαρμογής νεοφιλελεύθερων πολιτικών κατά τις οποίες, συνταγματικά κατοχυρωμένα δικαιώματα για ελεύθερη και δωρεάν πρόσβαση, θα αρχίσουν με την μέθοδο της σαλαμοποίησης να καταργούνται, με τον ιδιωτικό χώρο να καταλαμβάνει ολοένα και μεγαλύτερο χώρο σε βάρος του δημοσίου.
Είναι πολύ χαρακτηριστικό ότι οι πόροι οι οποίοι προβλέπεται να μεταφερθούν στους καινούριους Οργανισμούς Τοπικής Αυτοδιοίκησης οι οποίοι θα προκύψουν, «εξαντλούνται» σε υποσχέσεις για απόδοση μέρους του Φ.Π.Α., καθώς και στην δυνατότητα εφαρμογής δυνητικών φόρων. Έτσι συνδέεται η οικονομική αυτάρκεια των δήμων (μιας και δεν ξεκαθαρίζεται κάτι διαφορετικό) από την εν γένει οικονομική δραστηριότητα της περιοχής (των επιχειρήσεων κ.λ.π.), καθιστώντας τους ΟΤΑ «αιχμαλώτους» της οποιασδήποτε οικονομικής ανάπτυξης ή ύφεσης. Τους οδηγεί με άλλα λόγια είτε να λειτουργήσουν ως φοροεισπρακτικοί μηχανισμοί στο κυνήγι αυτών των πόρων, είτε ως εφορίες μιας και η συμπλήρωση των χαμένων εσόδων θα αναπληρώνεται από τη δυνατότητα επιβολής τοπικών φόρων. Έτσι οι πολίτες πέρα από την κεντρική φορολογία, μέσω της οποίας το κράτος ήταν υποχρεωμένο να παρέχει με ευθύνη του ανταποδοτικές υπηρεσίες όπως είναι στο τομέα της Παιδείας και της Υγείας, θα φορολογούνται για δεύτερη φορά από την Τοπική Αυτοδιοίκηση ουσιαστικά για τα ίδια πράγματα.
Ακόμη και το επιχείρημα ότι οι Δήμοι παραμένουν οργανισμοί χρεωμένοι και με την αναδιάρθρωση τούτο προβλέπεται να ξεπεραστεί, είναι στον αέρα. Ήδη από τον Καποδίστρια, κονδύλια τα οποία είχαν υποσχεθεί στην έναρξή του οι κυβερνήσεις, ουδέποτε αποδόθηκαν παρ’ ότι προέρχονταν από παρακρατηθέντες υπέρ της Τοπικής Αυτοδιοίκησης πόρους. Χαρακτηριστικά αναφέρουμε ότι στην πρόσφατη συνέλευση της ΤΕΔΚΝΑ ανάμεσα στις άλλες ενστάσεις κατά του Καλλικράτη αναφέρθηκε και η επιμονή στην απόδοση των οφειλομένων προς την Τοπική Αυτοδιοίκηση πόρων τα οποία για μεν το 2009 οφειλόμενα φθάνουν στο ύψος 331.500.000 ευρώ για δε το 2010 550.000.000 ευρώ από την μείωση των ΚΑΠ και της ΣΑΤΑ (9).Μόνο τώρα και ενόψει του Καλλικράτη, η κεντρική εξουσία μπήκε σε ένα συμβιβασμό τμηματικής χορήγησης, καταβάλλοντας την πρώτη δόση αλλά έχοντας σε εκκρεμότητα τη δεύτερη, η οποία έπρεπε να καταβληθεί μέχρι τέλος Ιανουαρίου 2010 με δεδομένη βέβαια την οικονομική δυσχέρεια της περιόδου.
Είναι επίσης σημαντικό να αναφέρουμε ότι το συνολικό κόστος της Διοικητικής Μεταρρύθμισης έχει υπολογιστεί από αυτοδιοικητικούς παράγοντες στα 6 δις ευρώ. Στο πόσο σοβαρά λαμβάνει η Κυβέρνηση τον Καλλικράτη φαίνεται από το ότι ο αρμόδιος Γραμματέας του Υπουργείου Εσωτερικών για τη διαχείριση των κονδυλίων του ΕΣΠΑ τοποθετήθηκε μόλις την τελευταία εβδομάδα του Ιανουαρίου.
Τέλος πολύ σημαντικό είναι ότι στους γνώστες των οικονομικών της Τοπικής Αυτοδιοίκησης, αποτελεί κοινό τόπο ότι υπάρχουν πλείστα όσα παραδείγματα μικρών δήμων, νοικοκυρεμένων και με οικονομική αυτάρκεια σε αντίθεση με τους υπερχρεωμένους μεγάλους δήμους όπως είναι οι δήμοι Αθηναίων, Πειραιώς και Θεσσαλονίκης.

Παρ’ ότι το σχέδιο Καλλικράτης επικαλείται την ανάγκη λειτουργικότερης απόδοσης των Δήμων, μια προσεκτική ανάγνωσή του μας οδηγεί στο συμπέρασμα ότι θα συμβεί ακριβώς το αντίθετο. Μέχρι τώρα οι Δήμοι και οι Κοινότητες της περιφέρειας με το λιγοστό έστω διοικητικό προσωπικό τους, με τα συνεχώς μειούμενα κονδύλιά τους, κατόρθωναν και παρείχαν ένα μικρό ή μεγάλο επίπεδο παροχής υπηρεσιών και εξυπηρέτησης των πολιτών της αρμοδιότητάς τους. Με τη σκοπούμενη μεταρρύθμιση παύει και αυτό. Δήμοι και Κοινότητες της περιφέρειας, οι οποίοι φρόντιζαν με τη λογική της τοπικοποίησης και της αποκέντρωσης τα του οίκου τους (από την διεκπεραίωση γραφειοκρατικών διαδικασιών μέχρι τη φροντίδα των δημόσιων χώρων), προβλέπεται να αντικατασταθούν από τη λειτουργία e-ΚΕΠ στα οποία θα χρησιμοποιείται η κάρτα του δημότη. Σύμφωνα με τη λογική των νομοθετούντων, χωριά των εκατό, διακοσίων ή και τριακοσίων ατόμων, απομακρυσμένα από την έδρα του δήμου, θα τύχουν αναβαθμισμένης εξυπηρέτησης από δημοτικά ΑΤΜ (!!!), την ίδια στιγμή που ακόμη και τα διάσπαρτα καρτοτηλέφωνα στην περιφέρεια δεν λειτουργούν.
Ως ισχυρό επιχείρημα οι εισηγητές του νομοσχεδίου σε μια προσπάθεια αποδοχής από την κοινή γνώμη, επικαλούνται ότι η λειτουργικότητα και αποδοτικότητα των ΟΤΑ συνδέεται με το μέγεθος του Δήμου. Γι’ αυτούς ακριβώς τους λόγους, σε μια προσπάθεια εκσυγχρονισμού / εξευρωπαϊσμού της τοπικής αυτοδιοίκησης, επιλέγουν Δήμους με μεγάλη αναλογία κατοίκων ανά Δήμο. Παραδείγματα όμως από την Ευρωπαϊκή Ένωση δείχνουν ότι αρκετές χώρες με μικρή αναλογία κατοίκων και με πολλούς οργανισμούς έχουν εξίσου καλά αποτελέσματα όσο και παράδοση στην τοπική αυτοδιοίκηση.
Αναφέρουμε χαρακτηριστικά:
ΧΩΡΑ ΠΛΗΘΥΣΜΟΣ ΑΡ.ΟΤΑ ΚΑΤΟΙΚΟΙ/ΔΗΜΟ
Γαλλία 65.400.000 36.565 1.600
Γερμανία 81.800.000 13.854 5.900
Ισπανία 46.100.000 8.106 4.900
Ιταλία 61.000.000 8.100 7.100
Ευρωπαϊκή Ένωση των 15 μέσος όρος κατοίκων ανά Δήμο 5.200
Ευρωπαϊκή Ένωση των 25 μέσος όρος κατοίκων ανά Δήμο 5.100 (10)

Τέλος αλλά όχι ελάχιστο, ή μάλλον σημαντικότερο, περιορίζεται μέχρι εξαφανίσεως η πολιτική λειτουργία και δυνατότητα των δήμων. Είναι γεγονός ότι το μικρό μέγεθος είναι αυτό ακριβώς το οποίο οδηγεί τον πολίτη σε μια λογική ταύτισης και συμμετοχής στα κοινά του τόπου του. Πολύ πιο εύκολα κάποιος μπορεί να ταυτιστεί με τον «τόπο του» (χωριό, δήμο ή κοινότητα) όταν το μέγεθός του είναι μικρό, ανθρώπινο και προσβάσιμο παρά όταν το μέγεθος είναι της τάξεως των εβδομήντα ή και εκατό χιλιάδων κατοίκων. Το απρόσωπο και απομακρυσμένο των σχέσεων, πολιτικών ή προσωπικών, που αναπτύσσονται στα μεγάλα μεγέθη, έχει την ευθύνη του για την αποστασιοποίηση των πολιτών από τις πολιτικές διαδικασίες.
Είναι γνωστή σε όλους η επιμονή με την οποία, ακόμα και τώρα, πολλοί επιμένουν να παραμένουν δημότες της γενέτειράς τους καθώς και το πόσο διεκδικούν την εκλογική έστω συμμετοχή τους σε αυτήν, σε αντίθεση με την ολοένα και μεγαλύτερη απάθεια την οποία συναντούμε σε μεγάλους Δήμους. Επί παραδείγματι η εκλογική προσέλευση σε μικρούς Δήμους είναι σαφώς μεγαλύτερη από την αντίστοιχη στους μεγάλους.
Την ίδια στιγμή που τα συμμετοχικά κινήματα διεκδικούν αποφασιστικό και καθοριστικό ρόλο για τους δημότες των ΟΤΑ, με χαρακτηριστικότερο το ολοένα και περισσότερο διεκδικούμενο αίτημα του συμμετοχικού προϋπολογισμού ή του αποφασιστικού χαρακτήρα των διαβουλεύσεων, το σχέδιο Καλλικράτης προσπαθεί με γενικόλογες αναφορές αλλά χωρίς κανένα ουσιαστικό μέτρο, να πείσει ότι θα λειτουργήσει στην κατεύθυνση της αναβάθμισης του πολιτικού και συμμετοχικού ρόλου των δημοτών. Αποτυγχάνει όμως γιατί ακριβώς δεν είναι μέσα στις προθέσεις του.

Συμπερασματικά η προσπάθεια της κυβέρνησης να περάσει τη νέα Διοικητική Μεταρρύθμιση, τη Νέα Αρχιτεκτονική Διοίκησης και Κράτους, όπως την ονομάζει, δεν είναι παρά μία προσπάθεια παραπέρα συγκεντροποίησης του χώρου της Τοπικής Αυτοδιοίκησης σε πολιτικό, οικονομικό, λειτουργικό και κοινωνικό επίπεδο. Εφαρμόζοντας τη λογική του λιγότερου κράτους και των λιγότερων κονδυλίων, προσπαθεί να την υλοποιήσει μειώνοντας δραστικά, κατά τα 2/3 τους ΟΤΑ, τους μετατρέπει σε οργανισμούς με περισσότερες αρμοδιότητες αλλά χωρίς εγγυημένους πόρους, απομειώνοντας τα όποια ψήγματα πολιτικών αμεσοδημοκρατικών δυνατοτήτων είχαν και επιχειρεί με όχημα αυτούς να ασκήσει, μια ήδη αποτυχημένη σε παγκόσμιο επίπεδο, νεοφιλελεύθερη πολιτική.

Ουσιαστικά η αυτοδιοικητική πολιτική στη χώρα μας, η οποία υπήρξε ως ουσιαστικό σύστημα διακυβέρνησης ήδη από τα χρόνια της τουρκοκρατίας, μέσω των κοινοτήτων, διασώθηκε από τον Ελ. Βενιζέλο ο οποίος επαναθέσπισε την τοπική αυτοδιοίκηση στο πρώτο τέταρτο του 20ου αιώνα, αναπτύχθηκε τα χρόνια της Εθνικής Αντίστασης μέσα από την πλήρη και ουσιαστική λειτουργία της στις περιοχές της ελεύθερης Ελλάδας, φτάνει σήμερα μέσω συνεχών παρεμβάσεων από την κεντρική εξουσία στα όρια της εξαφάνισης.

Υπενθυμίζουμε μόνο πως όσο γνωστός είναι ο Καλλικράτης από τη συμμετοχή του στο έργο της Ακρόπολης και των Μακρών Τειχών άλλο τόσο γνωστός είναι και ο Ηρόστρατος από την πυρπόληση του Ναού της Αρτέμιδος στην Έφεσο. Μένει να αποδειχθεί ποιο από τα δύο ονόματα θα χρησιμοποιούμε για την περιγραφή της Μεταρρύθμισης στο μέλλον.


ΣΗΜΕΙΩΣΕΙΣ

1. Παράγραφος 48 του κειμένου Δημόσιας Διαβούλευσης (Κ.Δ.Δ.)
2. Παράγραφος 49 του Κ.Δ.Δ.
3. Η πρώτη αποτίμηση του Καποδίστρια / Καθημερινή 14/01/2001
4. Επίσημα στοιχεία της Εθνικής Στατιστικής Υπηρεσίας Ελλάδος (Ε.Σ.Υ.Ε.)
5. Επίσημα στοιχεία της Ε.Σ.Υ.Ε.
6. Παράγραφος 6 του Κ.Δ.Δ.
7. Παράγραφος 52 του Κ.Δ.Δ.
8. Παράγραφος 59 του Κ.Δ.Δ.
9. Δελτίο Τύπου ΤΕΔΚΝΑ 13.01.10.
10. Εισήγηση της ΤΕΔΚΝΑ στο Συνέδριο του Οκτωβρίου 2007.






Διαβάστε περισσότερα!