Τετάρτη 4 Νοεμβρίου 2009

ΕΝΑΣ ΜΙΚΡΟΣ ΑΠΟΛΟΓΙΣΜΟΣ ΤΗΣ ΘΕΑΤΡΙΚΗΣ ΠΕΡΙΟΔΟΥ 2008-2009

Στο κλείσιμο της θεατρικής περιόδου 2008-2009, σκεφτήκαμε να αναφερθούμε σε κάποια ιδιαίτερα σημεία.
Είναι γεγονός ότι τα τελευταία χρόνια και όχι μόνο τα πρόσφατα, παρατηρείται μια σταθερή αύξηση στα θεατρικά δρώμενα στη χώρα μας. Η αύξηση αυτή έχει τόσο ποσοτικά όσο και ποιοτικά χαρακτηριστικά, μιας και τα μεν επηρεάζουν σαφώς και τα δε. Επιλέγοντας το μέσον της θεατρικής περιόδου (αρχές Μαρτίου πάνω – κάτω) και κάνοντας μια συστηματική ανάγνωση παρατηρούμε τα εξής:


Κατά την συγκεκριμένη χρονική περίοδο στη θεατρική σκηνή της Αθήνας (μιας και δυστυχώς το κύριο βάρος ρίχνεται ακόμη μια φορά στην πρωτεύουσα για γνωστούς και μη εξαιρετέους λόγους) βλέπουμε, ίσως και με μια έκπληξη, να έχουν ανέβει 210 έως 220 έργα σε 144 θεατρικές σκηνές. Την ίδια στιγμή οι επιδόσεις του κινηματογράφου περιορίζονται σε 42 ταινίες και σε 62 κινηματογραφικές αίθουσες. Με ένα πρόχειρο υπολογισμό ουσιαστικά μιλάμε για γύρω στα 500 θεατρικά έργα τα οποία ανέβηκαν καθ’όλη τη διάρκεια της περιόδου. Τούτο, για κάποιον ο οποίος παρακολουθεί από κοντά για το τι συμβαίνει στο χώρο του θεάτρου, δεν αποτελεί όμως έκπληξη. Ενδεικτικά αναφέρουμε ότι κάθε χρονιά αποφοιτούν από τις αντίστοιχες θεατρικές σχολές και εργαστήρια πάνω από 400 άτομα και είναι προφανές ότι ακόμα και αν το σύνολο των αποφοιτησάντων δεν συνεχίζει, κάθε χρονιά μια μαγιά καλών ερμηνευτών παραμένει ως παρακαταθήκη. Τα οικονομικά βέβαια προβλήματα είναι δεδομένα. Οι μικροί μισθοί και η περιοδικότητα της απασχόλησης είναι ένα σημαντικό εμπόδιο στο να παραμείνουν αυτοί οι ηθοποιοί ενεργοί στο χώρο του θεάτρου και εκ των πραγμάτων οδηγούνται σε παραπλήσιες δουλειές (βλέπε τηλεόραση και διαφημίσεις). Όμως η κρίσιμη μάζα καλών ερμηνευτών συνεχώς και χρόνο με τον χρόνο αυξάνεται.
Θα περίμενε επίσης κάποιος ότι η οικονομική κρίση που μαστίζει τους τελευταίους μήνες τη χώρα μας θα έπληττε ιδιαίτερα και το χώρο του θεάτρου. Με τα εισιτήρια να κυμαίνονται από 20 έως 25 ευρώ το συνολικό κόστος παρακολούθησης μιας θεατρικής παράστασης εύκολα καταλαβαίνουμε ότι κυμαίνεται από 100 έως 120 ευρώ για μια τετραμελή οικογένεια. Κι όμως αρκετές παραστάσεις και μάλιστα σε διψήφιο αριθμό, καθ’ όλη τη διάρκεια της περιόδου λειτούργησαν με τα εισιτήρια να εξαντλούνται πολύ πριν την καθορισμένη παράσταση. Τούτο και μόνο είναι ενδεικτικό ότι έχει διαμορφωθεί τα τελευταία χρόνια ένα φανατικό θεατρικό κοινό (κυρίως βέβαια ανάμεσα στη νεολαία αν και όχι μόνο).
Μια ανάλυση των ποιοτικών χαρακτηριστικών της περιόδου που μας πέρασε μας οδηγεί στην επισήμανση τεσσάρων σημείων.
1. Γυναικεία παρουσία.
Με τον ίδιο ρυθμό που αυξάνεται η ενασχόληση με τα του θεάτρου, αυξάνεται και η γυναικεία παρουσία, είτε με τη μορφή γυναικών συγγραφέων, είτε με τη μορφή σκηνοθέτιδων είτε τέλος με τη μορφή θεματογραφίας. Κατά τη συγκεκριμένη περίοδο πάνω από 70 έργα είχαν έντονο το στοιχείο αυτό , σε τέτοιο σημείο μάλιστα ώστε να λέμε ότι οι γυναίκες, επί ίσοις όροις πλέον, συμβάλουν στο χώρο του θεάτρου.
2. Πολιτική θεματογραφία.
Πριν 10 χρόνια περίπου άρχισαν σιγά σιγά, βοηθούσης και της αρχής της κρίσης του νεοφιλελευθερισμού, να ανεβαίνουν έργα πολιτικού προβληματισμού. Είναι ενδεικτικό ότι εφέτος 10 περίπου έργα είχαν ως θέμα τους τη μετανάστευση και την ισοπεδωτική λογική της παγκοσμιοποίησης, με μερικά από αυτά (όπως το Γάλα του Βασίλη Κατσικονούρη και το Φωτιά και Νερό της Χρύσας Σπηλιώτη) να ξεχωρίζουν. Αξίζει δε να αναφέρουμε, και με δεδομένο την πρόσφατη εισβολή των Ισραηλινών στη Λωρίδα της Γάζας, 3 έργα (Το Σφαγείο, Ο Αραβοϊσραηλινός Τσελεμεντές, Τα Οκτώ Εβραιόπουλα), τα οποία ασχολούντο με το Παλαιστινιακό ζήτημα.
3. Έλληνες Συγγραφείς.
Μέχρι πριν κάποια χρόνια ο συγγραφέας που κυριαρχούσε στο χώρο ήταν ο Γ. Διαλεγμένος. Μόνος ουσιαστικά και χωρίς αντίπαλο έδινε το στίγμα στο χώρο και λειτουργώντας ως εν δυνάμει διανοούμενος, έδινε με τις συνεντεύξεις του αντιφατικά μηνύματα. Θυμόμαστε χαρακτηριστικά μία συνέντευξή του στην οποία δήλωνε θαυμαστής του Δ. Αβραμόπουλου!
Μια πρόχειρη καταμέτρηση στη φετινή παραγωγή μας έδειξε ότι ανέβηκαν πάνω από 100 ελληνικά έργα, στην πλειοψηφία τους γραμμένα από νέους Έλληνες συγγραφείς και με αρκετά απ’ αυτά άξια αναφοράς. Ενδεικτικά αναφέρουμε Το Γάλα του Βασίλη Κατσικονούρη, όπως πιο πάνω, Την Κατσαρίδα του Βασίλη Μαυρογεωργίου, Την Ευτυχία Παπαγιαννοπούλου του Πέτρου Ζούλια αλλά και αρκετά άλλα. Όχι πως όλα χαρακτηρίζονται από μια θεατρική αρτιότητα. Απλά μας κάνουν να αισιοδοξούμε για την μελλοντική παραγωγή.
4. Θεατρικοί Χώροι.
Είναι επίσης αυτονόητο ότι η δίψα και ο ενθουσιασμός για το ανέβασμα θεατρικών έργων από μικρές ή μεγάλες θεατρικές ομάδες έχει δημιουργήσει ένα κορεσμό στις ήδη υπάρχουσες αίθουσες. Έτσι είτε από ανάγκη είτε από επιλογή παρατηρήθηκε μια τάση αξιοποίησης και άλλων χώρων. Είδαμε λοιπόν έργα ν’ ανεβαίνουν σε φουαγιέ, σε σαλόνια ξενοδοχείων, σε αποθηκευτικούς χώρους, ακόμη-ακόμη και σε διαμερίσματα ηθοποιών δημιουργώντας εκ των πραγμάτων διαδραστικές παραστάσεις. Μένει να αποδειχθεί σε βάθος χρόνου η εγκυρότητα αυτών των επιλογών.
Δεν έλειψαν βέβαια και τα αρνητικά συμπτώματα στο χώρο, με παραστάσεις πρόχειρες και εύκολες, οι οποίες υπάκουαν περισσότερο στη λογική των θεατρικών επιδοτήσεων. Όπως επίσης δεν μπορούμε να μην αναφέρουμε τους μιμητισμούς άλλων εποχών (βλέπε Μάη του ’68) οι οποίοι οδήγησαν σε καταλήψεις θεατρικών σκηνών (μετά τα Δεκεμβριανά) και με «αίτημα» το σπάσιμο του διαχωρισμού ανάμεσα στους θεατές και τους ηθοποιούς. Μόνο που όπως έχει πει ο θείος Κάρολος όταν η ιστορία επαναλαμβάνεται, επαναλαμβάνεται σαν φάρσα. Γι’ αυτό και όσο εύκολα εμφανίστηκαν άλλο τα όσο εύκολα ξεφούσκωσαν. Και βέβαια το απόλυτα αρνητικό γεγονός της χρονιάς η καταστροφή της πρεμιέρας του έργου του Μισέλ Φάϊς, Το Κίτρινο Σκυλί, από μια ομάδα αυτόκλητων υπερασπιστών της υπόθεσης Κούνεβα.

Με όλα τα παραπάνω προφανώς και δεν υποστηρίζουμε ότι διάγουμε ένα καλοκαίρι στα θεατρικά δρώμενα. Ούτε ότι το σύγχρονο ελληνικό θέατρο μπορεί να ανταγωνιστεί τη δεκαετία του ’60 και του ’70. Άλλωστε οι φιγούρες σημαντικών πρωταγωνιστών / παραγωγών πρωτογενούς άποψης στο χώρο, όπως ο Κάρολος Κουν, ρίχνουν βαριά τη σκιά τους. Οι φωτεινές εξαιρέσεις (όπως του Θ.Τερζόπουλου στον οποίο θα αναφερθούμε μελλοντικά) παραμένουν προς το παρόν εξαιρέσεις. Βλέπουμε μάλλον την αρχή μιας άνοιξης. Μένει λοιπόν στα επόμενα χρόνια αυτή η άνοιξη να δώσει λουλούδια τα οποία θα ανθίσουν ή θα μαραθούν.


Δεν υπάρχουν σχόλια: