Σάββατο 24 Οκτωβρίου 2009

Περί θανάτου και (αυτο)θυσίας


ΕΥΡΥΠΙΔΗ «ΑΛΚΗΣΤΙΣ» σε σκηνοθεσία Θ. Μοσχόπουλου.
Η Άλκηστις του Ευριπίδη είναι το πρώτο χρονολογικά σωζόμενο έργο του. Ταυτόχρονα αποτελεί και μια ιδιάζουσα περίπτωση στο χώρο της αρχαίας ελληνικής δραματουργίας. Μακριά από το να θεωρείται είτε κλασσική τραγωδία είτε σατυρικό δράμα, θα μπορούσε μάλλον να ονομαστεί ειρωνικό δράμα μιας και καθ’ όλη τη διάρκεια του έργου το κυρίαρχο στοιχείο είναι το υπομειδίαμα καθώς και το ελαφρύ σήκωμα του φρυδιού. «Αν αυτό το έργο είναι τραγωδία είναι μια τραγωδία που κατατρώει τον εαυτό της» (ΘΕΟΦΑΓΙΑ, JAN KOTT, εκδόσεις ΕΞΑΝΤΑΣ).


Σ’ όλη τη διάρκεια του έργου παρατηρούμε μια αποδομητική προσέγγιση εννοιών όπως είναι ο θάνατος, ο έρωτας, η εξουσία, η φιλοξενία, η θυσία, ο ηρωισμός. Αποδόμηση η οποία σαν στόχο έχει να μεταφέρει αυτές τις έννοιες περισσότερο σε ένα ανθρώπινο επίπεδο και άρα να συμφιλιώσει τον θεατή με αυτές. Ουσιαστικά επιτελεί μια προσπάθεια καθαίρεσης από το βάθρο του απροσπέλαστου όσο και άβατου αυτών των εννοιών. Υπό αυτό το πρίσμα αποτελεί ένα έργο το οποίο (με αρκετή δόση αυθαιρεσίας βέβαια) μπορούμε να πούμε ότι εμπεριέχει την ύστερα από πολλά χρόνια παρουσιασθείσα λογική του «λαϊκού θεάτρου».
Σαν έργο λοιπόν, όπου ουσιαστικά η αμφισημία του σοβαρού και του ιλαρού είναι κυρίαρχη, θεωρείται ως αρκετά δύσκολο να παρουσιαστεί. Τούτο γιατί αν ο σκηνοθέτης δεν τηρήσει το μέτρο είναι εύκολο η παράσταση να «μπατάρει» είτε προς την πλευρά της επιθεώρησης είτε προς την πλευρά του μελό.
Εν πάση περιπτώσει, για την Άλκηστη θα μπορούσαν να γράφονται δοκίμια επί δοκιμίων.
Ο Θωμάς Μοσχόπουλος είναι από τους καταξιωμένους σκηνοθέτες του χώρου. Με προέλευση από τον χώρο του κινηματογράφου επέλεξε να αναμετρηθεί με την ιδιαιτερότητα της Άλκηστης. Και κατά την γνώμη μας τα κατάφερε πάρα πολύ καλά. Ειδικά η σκηνή της εισαγωγής κατά την οποία ο Θάνατος συνομιλεί με τον Απόλλωνα είναι μια σκηνή η οποία καθηλώνει τον θεατή. Με την πείρα της κινηματογραφικής του προέλευσης να δίνει τον τόνο, κατορθώνει να προτείνει μια σύγχρονη παράσταση.
Σε αυτό το σημείο ακριβώς συνειρμικά γίνεται η σύγκριση με την άλλη παραγωγή του Εθνικού Θεάτρου, τους Πέρσες του Γκότσεφ, τους οποίους σχολιάσαμε στο περασμένο φύλλο.
Δύο έργα από τα σημαντικότερα της αρχαίας ελληνικής δραματουργίας, δύο σημαντικοί σκηνοθέτες (ο ένας Έλληνας, ο άλλος Γερμανοτραφής), δύο σύγχρονες προτάσεις, δύο διαφορετικά αποτελέσματα.
Έχουμε ήδη αναπτύξει ότι σύμφωνα με την προσωπική μας άποψη ο Γκότσεφ, προσπαθώντας να εντυπωσιάσει, έπεσε εύκολα στην παγίδα του μεταμοντερνισμού. Ο Μοσχόπουλος από την άλλη κατορθώνει να δώσει μια σύγχρονη εκδοχή της Άλκηστης χρησιμοποιώντας έναν επίσης κουστουμαρισμένο Χορό, προσθέτοντας στην παράσταση τη χρήση βίντεο, όμως κρατώντας το νήμα από την εποχή του Ευριπίδη. Έτσι τα σύγχρονα ανάκτορά του θυμίζουν τα κτίρια του Λε Κορμπυζιέ από τη μια αλλά και το μινωικά ανάκτορα από την άλλη. Ο Χορός μπορεί να διέθετε μια επίκαιρη παρουσία και κίνηση αλλά ταυτόχρονα σχημάτιζε και μια έξοχη αναπαράσταση του αετώματος του Παρθενώνα. Στον Άδμητο έβλεπες μια φιγούρα ανώριμου Νεοέλληνα αλλά και τις μινωικές τοιχογραφίες . Η σκηνή, γεμάτη από χώμα, παρέπεμπε από τη μια στην αρχαία θεσσαλική πόλη Φέραι αλλά από την άλλη και στον σύγχρονο θεσσαλικό γεωργικό κάμπο.
Με την ίδια λοιπό μαεστρία που κατάφερε να κρατήσει την επαφή με την πηγή κατάφερε επίσης να καθοδηγήσει και τους ηθοποιούς του. Ανάμεσα σε αυτούς ένας ολοένα και καλύτερος Χρήστος Λούλης (Άδμητος) ο οποίος δείχνει να εξελίσσεται σ’ έναν πάρα πολύ καλό ερμηνευτή, μοναδικό κέρδος για το θέατρο..
Εξ’ ίσου καλός ο Αργύρης Ξάφης στο ρόλο ενός ημίθεου Ηρακλή ο οποίος πατάει με το ένα πόδι στους ανθρώπους και τα πάθη τους (μέθυσος, φαγάς και αγροίκος) και με το άλλο στους θεούς (με τον υπέρμετρο ηρωισμό του και την ασύλληπτη αφοβία του).
Αρκετά καλοί στο ρόλο τους τόσο η Μαρία Σκουλά ως Άλκηστις αλλά και ο Κώστας Μπερικόπουλος σαν Φέρης.
Ο Θωμάς Μοσχόπουλος ευτύχησε να έχει την πολύ καλή συνεργασία στα σκηνικά και στα κοστούμια της Έλλης Παπαγεωργακοπούλου και στην κίνηση της Μάρθας Κλουκίνας, η οποία (συνεργασία) απέδωσε τα μέγιστα στο να μεταφέρει την αμφισημία του κειμένου στο σύνολο της παράστασης.
Στο στοίχημα λοιπόν, στο κατά πόσον μπορεί να ανέβει μια σύγχρονη παράσταση ενός αρχαίου κειμένου ο Μοσχόπουλος βγαίνει νικητής. Μια σκέψη για την αποτυχία των Ευρωπαίων δημιουργών σε αντίστοιχα εγχειρήματα είναι το ότι αυτοί πρέπει να είναι κοινωνοί όχι μόνο του κειμένου αλλά και της πολύχρονης πολιτιστικής κληρονομιάς η οποία μεσολαβεί ώστε να καταστεί δυνατόν μια σύγχρονη και επιτυχημένη παράσταση. Σε αντίθετη περίπτωση οι προσπάθειες των ξένων σκηνοθετών δυστυχώς αποβαίνουν μάταιες.

Συντελεστές: Αποδοση-σκηνοθεσία: Θωμάς Μοσχόπουλος, Σκηνικά-κοστούμια: Έλλη Παπαγεωργακοπούλου, Φωτισμοί: Λευτέρης Παυλόπουλος, Μουσική: Κορνήλιος Σελαμσής, Κίνηση: Μάρθα Κλουκίνα, Σχεδιασμός Video: Νάνσυ Μπινιαδάκη, Σεμπάστιαν Πούρφουρστ, Μουσική διδασκαλία: Μελίνα Παιονίδου, Βοηθός σκηνοθέτη: Τάσος Αγγελόπουλος, Βοηθός χορογράφου: Βαγγέλης Τελώνης.

Διανομή: Άλκηστις: Μαρία Σκουλά, Άδμητος: Χρήστος Λούλης, Ηρακλής: Αργύρης Ξάφης, Θεράπαινα: Μαρία Πρωτόπαππα, Φέρης: Κώστας Μπερικόπουλος, Υπηρέτης: Σωκράτης Πατσίκας, και άλλοι.

Δεν υπάρχουν σχόλια: