Σάββατο 2 Μαρτίου 2013

«Ο φίλος μου ο Χίτλερ» του Γιούκιο Μίσσιμα.


Ο ΑΠΟΚΡΟΥΣΤΙΚΗ ΔΙΑΡΘΡΩΣΗ ΤΟΥ ΦΑΣΙΣΜΟΥ

Thomas Hart Benton, Οι σπορείς, 1942

«Ο φασισμός … μπόρεσε να πάρει τον ιδεολογικό του λόγο, διαστρέφοντάς τις, μια σειρά από βαθιές λαϊκές επιθυμίες».
Ν. Πουλατζάς, «Σχετικά με τη λαϊκή απήχηση του φασισμού», στο Προβλήματα του Σύγχρονου Κράτους και του Φασιστικού Φαινομένου, ΘΕΜΕΛΙΟ 1977, ΣΕΛ. 169.

Ένα πολύ ενδιαφέρον άρθρο του Απόστολου Δεδουσόπουλου, καθηγητή Οικονομίας της Εργασίας στο Πάντειο Πανεπιστήμιο, δημοσιεύθηκε στην Αυγή της Κυριακής, της 17ης Φεβρουαρίου 2013. Αντικείμενο αυτού του άρθρου είναι η συζήτηση για το βιβλίο του Νίκου Πουλατζά «Φασισμός και Δικτατορία: Η Κομμουνιστική Διεθνής αντιμέτωπη στο Φασισμό», η οποία φαίνεται να αρχίζει ξανά σαράντα δύο χρόνια μετά την πρώτη έκδοσή του στη Γαλλία και τριάντα οκτώ από την αντίστοιχη ελληνική από τον Ολκό, σε μετάφραση Χριστίνας Αγριαντώνη και θεώρηση Άγγελου Ελεφάντη.

Στο πολύ σημαντικό αυτό άρθρο  πάνω στο τόσο επίκαιρο βιβλίο του Πουλατζά και το οποίο ίσως να είναι ότι σημαντικότερο έχει γραφεί σε μια προσπάθεια ιδεολογικής προσέγγισης του φαινομένου, ο αρθρογράφος προτείνει τρία σημεία ανάλυσης με τα οποία το βιβλίο αυτό μπορεί και πρέπει να αντιμετωπιστεί ως δοκίμιο εφαρμοσμένης πολιτικής θεωρίας.

 Το πρώτο από αυτά καταγράφει ότι «η ήττα του εργατικού κινήματος συντελείται στην αρχική φάση ανόδου του φασισμού πριν ο φασισμός αποκτήσει σύνδεση με τις λαϊκές μάζες, πριν να επιχειρήσει την μετατροπή του σε κόμμα μαζών. Είναι κυρίως ήττα πολιτική και ήττα ιδεολογική». Για να το πούμε ξεκάθαρα ο φασισμός είναι το επιθετικό όπλο του κεφαλαίου, όταν η εργατική τάξη έχει ήδη νικηθεί.

 Το δεύτερο σημείο είναι ότι ο φασισμός ανθίζει πάνω στο έδαφος της κρίσης νομιμοποίησης του πολιτικού συστήματος. Αν και σημείο αναφοράς του είναι το πολιτικό τοπίο το οποίο διαμορφώθηκε στη Γερμανία μετά την κρίση του 1929 και την κατάρρευση της Δημοκρατίας της Βαϊμάρης, καθένας μπορεί να αναγνωρίσει την τραγική επικαιρότητα αυτής της διαπίστωσης σε ότι συμβαίνει στη χώρα μας από το 2009 και εντεύθεν, με την ολοκληρωτική και καταστροφική εφαρμογή του μνημονίου.

 Το τρίτο και τελευταίο, αλλά όχι ελάχιστο, ζήτημα που επιμένει ο Πουλατζάς, είναι ο ρόλος της μικροαστικής τάξης. Είναι αυτή η τάξη η οποία ουσιαστικά θα «νομιμοποιήσει» το φασισμό σε κοινοβουλευτικό επίπεδο, θα αποτελέσει δηλαδή «τη βάση μετατροπής του φασισμού από συμμορία σε μαζικό κόμμα». Είναι το κρίσιμο αυτό σημείο όπου οι συμμαχίες πλέον, ευκαιριακές εκ των πραγμάτων, θα στήνονται και θα καταργούνται μέσα σε μια νύχτα. Θα οργανώνονται εν ολίγοις με σκοπό την εξασφάλιση της υποστήριξης του εγχειρήματος και  μόλις καταστούν εμπόδιο για μια νέα συμμαχία θα διαλύονται, συχνά με απότομο και βίαιο τρόπο.

Για τη Γερμανία του Χίτλερ, το σημείο αυτό, «μη επιστροφής» όπως το χαρακτηρίζει ο αρθρογράφος, είναι η σύνδεση του ναζισμού με το μονοπωλιακό κεφάλαιο, η υλική δε μορφή που προσλαμβάνει αυτή η συμμαχία είναι το εξοπλιστικό πρόγραμμα της Γερμανίας, σηματοδοτεί μάλιστα και τη ρήξη με τη μικροαστική τάξη αλλά και με όσα κομμάτια της εργατικής τάξης είχαν πιστέψει στο Φύρερ. Η βίαιη αυτή μεταστροφή θα λάβει χώρα τη νύχτα την 30η Ιουνίου του 1934, γνωστή και ως η «Σφαγή της νύχτας των Μεγάλων Μαχαιριών».

Ο Γιούκιο Μίσσιμα  είναι ένας από τους σημαντικότερους λογοτέχνες στον 20ο αιώνα τόσο για την Ιαπωνία όσο και για τον κόσμο. Χαρακτηριστικά αναφέρουμε ότι είχε υπάρξει τρεις φορές υποψήφιος για το Νόμπελ Λογοτεχνίας. Στην Ελλάδα μάλιστα πρέπει να κυκλοφορούν γύρω στα δέκα έργα του. Το έργο του είναι ένα μείγμα σύγχρονης και παραδοσιακής αισθητικής, εστιασμένο στη σεξουαλικότητα, στο θάνατο αλλά και στο πέρασμα από την παλιά σε μια σύγχρονη κοινωνία. Βαθιά πεπεισμένος για τη δύναμη της παράδοσης έγινε γνωστός, εκτός από το έργο του, για την τραγική αυτοκτονία του με σεπούκου (τελετουργικός τρόπος αυτοκτονίας των Σαμουράι) στο Γενικό Αρχηγείο του ιαπωνικού στρατού στο Τόκυο του 1970, σε ηλικία μόλις 45 ετών. Ήταν ο έσχατος τρόπος διαμαρτυρίας απέναντι στη διάβρωση την οποία πίστευε ότι είχε υποστεί ο πολιτισμός και η παράδοση της Ιαπωνίας από το δυτικό και κυρίως τον αμερικανικό τρόπο ζωής και σκέψης. Στο έργο του με τον ειρωνικό τίτλο «Ο φίλος μου ο Χίτλερ», διαπραγματεύεται ακριβώς εκείνη την ιστορική στιγμή κατά την οποία ο Χίτλερ, λίγα εικοσιτετράωρα πριν τη Νύχτα των Μεγάλων Μαχαιριών, σε μια αποθέωση της  μεγαλομανίας και των προσωπικών του επιδιώξεων, διαρρηγνύει τις συμμαχίες που είχε τόσο με την παραστρατιωτική οργάνωση των SA του Έρνστ Ρεμ όσο και με τον θεωρητικό του κόμματος συνδικαλιστή Γκρέγκορ Στράσσερ και την όποια επιρροή είχε αυτός στα εργατικά συνδικάτα. Τη νύχτα της 30ης Ιουνίου και οι δύο αυτοί, μαζί με άλλους πεντακόσιους περίπου, θα εκτελεστούν από δυνάμεις πιστές στο Χίτλερ σε μια προσπάθεια εκκαθάρισης των αντιπάλων αλλά και πλήρους ελέγχου του κόμματος. Η συμμαχία την οποία κτίζει από δω και πέρα με τον Κρουπ, τον εκπρόσωπο του μεγάλου γερμανικού κεφαλαίου, είναι ανεμπόδιστη.

Ο Μίσσιμα στο «Ο φίλος μου ο Χίτλερ» δίνει λόγο σε αυτούς ακριβώς τους τέσσερις πρωταγωνιστές της συγκεκριμένης στιγμής. Τον Άντολφ Χίτλερ, τον Έρνστ Ρεμ, τον Γκρέγκορ Στράσσερ και τον Γκούσταβ Κρουπ. Στήνει ένα κείμενο μέσα στο οποίο οι σχέσεις ανάμεσα σε αυτούς τους τέσσερις άνδρες περιγράφονται με μια ιδιαίτερη οξυδέρκεια και κατορθώνει να δώσει με μια αξιόλογη πιστότητα τα γεγονότα μέσα σε ένα δωμάτιο της Καγκελαρίας. Η εγκατάσταση του Χίτλερ ως απόλυτου ηγεμόνα είναι γεγονός και το τι επακολούθησε γνωστό σε όλους μας.

Η σκηνοθέτις Άσπα Τομπούλη, παίρνει το κείμενο του Μίσσιμα, το οποίο αξίζει να αναφέρουμε ότι δεν περιλαμβάνεται στα καθαυτά θεατρικά του έργα, και αναδεικνύει όλη τη δυναμική την οποία αυτό περιλαμβάνει. Μετατρέπει ένα κείμενο διαλόγων σε ένα θεατρικό έργο μέσα στο οποίο οι τέσσερεις αυτές προσωπικότητες ψυχογραφούνται και καταγράφονται εν είδει ακτινογραφίας με τον πλέον ουσιαστικό τρόπο. Κατορθώνει να πετύχει πάρα πολύ καλές ερμηνείες από τους τέσσερις ηθοποιούς συνεργάτες της με τον Β. Ρίσβα (στο ρόλο του Στράσσερ) και του Γιάννη Ροζάκη (στο ρόλο του Κρουπ), να ερμηνεύουν τους ρόλους τους με την εσωτερικότητα που αρμόζει στο θεωρητικό του ναζισμού αλλά και τον ψυχρό υπολογιστή βιομήχανο αντίστοιχα. Πολύ καλές και οι ερμηνείες του Ν. Νίκα (στο ρόλο του Χίτλερ) αλλά βεβαίως και του Κ. Καζανά (στο ρόλο του Ρεμ) με το βάρος να πέφτει στους δύο αυτούς ρόλους σε ένα περισσότερο εκφραστικό και εξωτερικό επίπεδο.

Στο έργο έχει προστεθεί από τη σκηνοθέτιδα και στο ρόλο της Κομπέρ (αφηγήτριας μπορούμε να πούμε) η Εμ. Καμίνσκι σε μια προσπάθεια σύνδεσης του τότε με το σήμερα.

Η όλη πρόταση κατορθώνει να καταρρίψει τον όποιο μανδύα νομιμοποίησης του φασισμού και να αναδείξει τις σάπιες, σαθρές όσο και αποκρουστικές δομές και ευκαιριακές συμμαχίες που το διέπουν.

Ο φίλος μου ο Χίτλερ
του Γιούκιο Μίσσιμα

Η εξουσία του δικτάτορα.

Μετάφραση: Άσπα Τομπούλη Σκηνοθεσία: Άσπα Τομπούλη Σκηνικά - Κοστούμια: Tόλης Τατόλας Ενορχήστρωση τραγουδιών :Νίκος Λαβράνος Συνθέσεις ήχων: Δημήτρης Ιατρόπουλος Επιμέλεια Κίνησης: Φώτης Νικολάου Φωτισμοί: Ηλίας Κωνσταντακόπουλος
Βοηθός σκηνοθέτη: Βάσια Αργέντη Παίζουν:
Νίκος Νίκας: Άντολφ Χίτλερ
Γιάννης Ροζάκης: Γκούσταβ Κρουπ
Κώστας Καζανάς: Έρνστ Ρεμ
Βασίλης Ρίσβας: Γκρέγκορ Στράσσερ

Η Μαρλένε Καμίνσκι σε ρόλο κομπέρ συνδέει τα κομμάτια της ιστορίας και της Ιστορίας.

ΠΡΕΜΙΕΡΑ: Σάββατο, 26 Ιανουαρίου 2013
ΠΑΡΑΣΤΑΣΕΙΣ:

Τετάρτη στις 20.00
Παρασκευή στις 18.00
Σάββατο στις 20.00
Κυριακή στις 19.00

ΓΕΝΙΚΗ ΕΙΣΟΔΟΣ: 10 ΕΥΡΩ

Αγγέλων Βήμα, Σατωβριάνδου 36, Ομόνοια, 210 5242211 & 210 5242213

Δεν υπάρχουν σχόλια: