Σάββατο 12 Ιανουαρίου 2013

Οδύσσεια, μια παράσταση του Ρόμπερτ Γουίλσον.


ΣΑΛΠΑΡΑΜΕ ΑΠ’ ΤΗΝ ΤΡΟΙΑ ΝΙΚΗΤΕΣ ΜΕ ΜΟΝΗ ΣΚΕΨΗ ΣΤΟ  ΜΥΑΛΟ ΜΑΣ ΤΗΝ ΠΑΤΡΙΔΑ»

Οδύσσεια, μια παράσταση του Ρόμπερτ Γουίλσον.

Η Οδύσσεια, έργο του Όμηρου, ως γνωστόν είναι ένα από τα σημαντικότερα κείμενα της αρχαιοελληνικής γραμματείας. Το κείμενο, γεμάτο μεταφορές και κρυφά νοήματα, έχει αποτελέσει αντικείμενο σημαντικών φιλολογικών συζητήσεων. Κυριότερη  αξία την οποία έχουν αναδείξει αυτές οι συζητήσεις, είναι η αξία του ταξιδιού και της περιπέτειας. Είναι γνωστές οι στροφές από την Ιθάκη του Κ.Π. Καβάφη:
«Σα βγεις στον πηγαιμό για την Ιθάκη,
να εύχεσαι νάναι μακρύς ο δρόμος,
γεμάτος περιπέτειες, γεμάτος γνώσεις.»



 Με αυτό τον προβληματισμό, το ταξίδι αναδεικνύεται κάποιες φορές ακόμη και ως αυτοσκοπός. Είναι έτσι όμως;
Αρκετοί μελετητές τόσο της Οδύσσειας όσο και του ελληνικού πολιτισμού εν γένει, καταθέτουν ότι το συγκεκριμένο έργο του Όμηρου αποτελεί την ψυχή της ελληνικής ιδιοπροσωπίας.  Είναι αυτή η ψυχή η οποία έχει οδηγήσει τους  Έλληνες στις τέσσερις άκρες του πλανήτη. Έτσι η συνάντηση με έναν Έλληνα στο παγωμένο τοπίο της Αλάσκας ή στον αραιοκατοικημένο τόπο της Παταγονίας δεν εκπλήσσει, αντιθέτως θεωρείται κάποιες φορές και ως αυτονόητη. Έχει παγιωθεί  λίγο-πολύ η αντίληψη ότι όπου και να ταξιδέψεις, όποια πέτρα και να σηκώσεις, κάτω από αυτήν θα βρεις έναν Έλληνα. Εξίσου σημαντική είναι η φιγούρα του πολυμήχανου Οδυσσέα. Η ιδιότητα αυτή υποτίθεται ότι είναι αυτή η οποία προσδίδει στην Έλληνα τη δυνατότητα είτε να δημιουργεί εκ του μηδενός, είτε να καταφέρνει να ξεπερνά ακόμη και τη μεγαλύτερη δυσκολία με την καπατσοσύνη του χαρακτήρα του. Όμως :
Κάθε ταξίδι δεν μπορεί παρά να έχει και τον προορισμό του. Διαφορετικά είναι περιπλάνηση χωρίς σώμα, χωρίς ουσία, χωρίς αίτημα. Στο τέλος κάθε ταξιδιού βρίσκεται πάντα ο τελικός προορισμός. Γιατί όμως αναφέρουμε όλα αυτά;
Ο σύγχρονος ελληνισμός βρίσκεται στην κρισιμότερη καμπή της τρισχιλιετούς παρουσίας του.  Η παρασιτική λογική η οποία κυριαρχούσε στην ελληνική κοινωνία τα τελευταία εικοσιπέντε  χρόνια, με την αναλογική ευθύνη που αρμόζει τόσο στους κυβερνώντες όσο και στο σώμα αυτής της κοινωνίας, δείχνει να έχει οδηγήσει σε ένα τραγικό αδιέξοδο. Δεν είναι μόνο η οικονομική κατάρρευση της χώρας την οποία βιώνουμε, εξίσου σημαντική είναι η ανυπαρξία, προς το παρόν ελπίζουμε, αυτής της πολιτιστικής πρότασης η οποία θα  μπορούσε να λειτουργήσει ως όραμα και ελπίδα στην βαθιά χειμαζόμενη Ελλάδα. Τα ψέματα έχουν πλέον τελειώσει. Η περιπλάνηση έξω και μακριά από τον ελλαδικό χώρο οφείλει να λάβει τέλος. Ο νόστος, η επιστροφή στην πατρίδα δηλαδή, για την υπεράσπιση αυτής της πατρίδας, για την ανάσταση αυτού του τόπου επιβάλλεται πλέον ως η μόνη ενδεδειγμένη επιλογή. Άλλα περιθώρια δεν υπάρχουν.
«Όσοι γεννήθηκαν εδώ κάποτε θα επιστρέψουν

Μέσα τους πάλι σκάβοντας θα δούνε την αρχή

Στον κόσμο και στον ουρανό το πρόσωπο θα στρέψουν

Να ξαναβρούν του ταξιδιού την πρώτη αφορμή.»

Π.Καρασούλου «Ελλοπία» 

Με αυτό τον προβληματισμό έχει ιδιαίτερο ενδιαφέρον η παρακολούθηση πολιτιστικών προτάσεων οι οποίες διαπραγματεύονται το θέμα του ταξιδιού και του νόστου ώστε να διερευνηθεί κατά πόσον αυτή η ανησυχία υπάρχει στην καρδιά των σύγχρονων ελλήνων δημιουργών.
Ο Ρόμπερτ Γουίλσον είναι ένας από τους σημαντικότερους δημιουργούς της εποχής μας. Η φήμη του, φήμη παγκόσμια, είναι καθιερωμένη γι’ αυτό και η αποδοχή της πρότασης του Γιάννη Χουβαρδά, καλλιτεχνικού διευθυντή του Εθνικού Θεάτρου για το ανέβασμα της παράστασης «Οδύσσεια» σε συμπαραγωγή με το θέατρο Πίκολλο του Μιλάνου, είναι από μόνη της μια επιτυχία. Για τον ίδιο τον Ρόμπερτ Γουίλσον έχουμε ξαναγράψει από τη συγκεκριμένη στήλη.  Λάτρης της φόρμας, κατορθώνει λόγω και της ιδιοφυίας του να προτείνει παραστάσεις στις οποίες ο φορμαλισμός, αρκετές φορές βέβαια εις βάρος του κειμένου, να αναδεικνύεται ως έργο τέχνης και αξία.  Λεπτολόγος και τελειομανής δεν αφήνει τίποτα στην τύχη, έχει άποψη και πολύ σημαντική  μάλιστα, από τη σκηνοθεσία των ηθοποιών μέχρι τον κυρίαρχο ρόλο του φωτισμού στις παραστάσεις του.
Για τη συγκεκριμένη παράσταση επέλεξε να προτείνει μια Οδύσσεια θεμελιωμένη στη βάση του βωβού κινηματογράφου.  Ίσως γιατί ήθελε να προσδώσει στην Οδύσσειά του κάτι από το ρομαντισμό εκείνης της περιόδου, ίσως γιατί έτσι θα μπορούσε να κινηθεί πιο άνετα μέσα από παιγνιώδεις ερμηνείες και κινήσεις. Εξ ου και η ζωντανή μουσική του πιάνου με την οποία συνοδεύει την παράσταση.  Πάνω λοιπόν σε αυτή την επιλογή στηρίζεται όλη του η πρόταση. Από το μακιγιάζ των ηθοποιών, από την κίνηση που συνοδεύει τις ερμηνείες τους μέχρι ακόμη και τη στυλιζαρισμένη έκφραση του προσώπου τους. Κατορθώνει έτσι να εντυπωσιάσει τους θεατές κατά το πρώτο μέρος της παράστασης, τότε που ο Οδυσσέας περιγράφει τις περιπέτειές του στη Ναυσικά. Το όλο  θέαμα είναι φαντασμαγορικό με σημαντικότερη ίσως σκηνή αυτή στη σπηλιά του Πολύφημου κατά την οποία η όλη παράσταση απογειώνεται.  Κάπου κει όμως αναδεικνύονται και τα όρια της έμπνευσής του. Στο δεύτερο μέρος, στον επαναπατρισμό του Οδυσσέα στην Ιθάκη και στην αντιμετώπιση των μνηστήρων της Πηνελόπης, δείχνει να ξεμένει από ιδέες. Στο τέλος η αίσθηση του χρόνου αρχίζει να ξεχειλώνει, αφήνοντας το θεατή με την εντύπωση μιας άνισης παράστασης.
  Παρ’ όλα αυτά η διαχείριση του σημαντικού έμψυχου υλικού που είχε στη διάθεσή του γίνεται με εντυπωσιακά αποτελέσματα. Σημαντικοί ηθοποιοί όπως είναι η Λυδία Κονιόρδου, ο Αλέξανδρος Μυλωνάς, ο Αποστόλης Τότσικας, ο Νικήτας Τσακίρογλου, η Ζέτα Δούκα και βέβαια ιδιαίτερα ο Σταύρος Ζαλμάς προσφέρουν πλευρές των ικανοτήτων τους θαμμένες για χρόνια αλλά όμως πολύ σημαντικές και εντυπωσιακές. Σε κάποιες φορές κατά τη διάρκεια της παράστασης είναι πραγματικά αγνώριστοι. Ο Σταύρος Ζαλμάς στο ρόλο του Οδυσσέα κατορθώνει να ανταπεξέλθει στις απαιτήσεις του σκηνοθέτη βοηθούμενος από τη χρήσιμη, ως φαίνεται, μακρά θητεία του στο χορό ενώ η Λυδία Κονιόρδου, σε τρεις διαφορετικούς ρόλους, αποδεικνύει τη βαθιά της ερμηνευτική δεινότητα.
Όμως επειδή το συγκεκριμένο κείμενο του Όμηρου λειτουργεί ως πρόφαση και όχι  ως έναυσμα προβληματισμού, η παράσταση παραμένει στα πλαίσια μιας φαντασμαγορικής και εντυπωσιακής πρότασης, ενδιαφέρουσας βέβαια, αλλά μόνο ως προς τη φορμαλιστική της πλευρά.
Στα θετικά της παράστασης θα πρέπει να καταχωρήσουμε το πρόγραμμα που τη συνοδεύει με πρωτότυπα κείμενα  (των περισσοτέρων) και συγκεκριμένα των Δ. Ν. Μαρωνίτη, Γ. Βέλτσου, Τζ. Μαστοράκη, Ν. Παναγιωτόπουλου, Στρ. Πασχάλη, όπου ο καθένας και καθεμία από αυτούς καταθέτει τη δικιά του σύγχρονη πρόσληψη στο ζήτημα της Οδύσσειας.

Δεν πρέπει να ξεχνάμε όμως ότι η Ιθάκη του Κ.Π. Καβάφη τελειώνει με τις εξής στροφές:
«Κι αν πτωχική την βρεις, η Ιθάκη δεν σε γέλασε.
Έτσι σοφός που έγινες, με τόση πείρα,
ήδη θα το κατάλαβες η Ιθάκες τι σημαίνουν.»
Η ταυτότητα της παράστασης
Σύλληψη, Σκηνοθεσία, Σχεδιασμός σκηνικού, Σχεδιασμός φωτισμών: Ρόμπερτ Γουίλσον
Κείμενο: Σιμόν Αρμιτάζ
Μουσική σύνθεση: Θοδωρής Οικονόμου
Δραματουργία: Βόλφγκανγκ Βιένς
Συνεργάτες σκηνοθέτες: Αν-Κριστίν Ρόμεν/Τίλμαν Χέκερ
Σχεδιασμός κοστουμιών: Γιάσι Ταμπασόμι
Συνεργάτης – Σχεδιασμός σκηνικού: Στέφανι Ένγκελν

Μετάφραση κειμένου στα ελληνικά - Δραματολογική υποστήριξη: Γιώργος Δεπάστας
Βοηθός σκηνοθέτη: Νατάσα Τριανταφύλλη
Βοηθός σκηνογράφου: Μαρία Τσαγκάρη
Βοηθός ενδυματολόγου: Βασιλική Σύρμα

Τα σκηνικά και τα κοστούμια κατασκευάστηκαν στα εργαστήρια του Θεάτρου Πίκολο του Μιλάνου

Παίζουν: Κωνσταντίνος Αβαρικιώτης, Θανάσης Ακκοκαλίδης, Γιώργος Γλάστρας, Ζέτα Δούκα, Σταύρος Ζαλμάς, Μαριάννα Καβαλιεράτου, Λυδία Κονιόρδου, Αλεξάνδρος Μυλωνάς, Μαρία Ναυπλιώτου, Βίκυ Παπαδοπούλου, Λένα Παπαληγούρα, Άκης Σακελλαρίου, Γιώργος Τζαβάρας, Αποστόλης Τότσικας, Νικήτας Τσακίρογλου, Γιωργής Τσαμπουράκης, Κοσμάς Φοντούκης.

Πιάνο: Θοδωρής Οικονόμου

Στο ρόλο του Κύκλωπα ακούγεται η φωνή του Δημήτρη Πιατά

 

Δεν υπάρχουν σχόλια: