ΤΡΩΑΔΕΣ σε σκηνοθεσία Θ. Μουμουλίδη
Η Μήλος υπήρξε μία από τις λίγες
ναυτικές αποικίες των Λακεδαιμόνιων. Παρά το γεγονός αυτό, είχαν επιλέξει να
κρατήσουν ουδέτερη στάση κατά τη διάρκεια του Πελοποννησιακού Πολέμου. Το 416
π.Χ. οι Μήλιοι επέμεναν στην ουδετερότητα παρά την αφόρητη πίεση των Αθηναίων
να προσχωρήσουν στην Αθηναϊκή Συμμαχία.
Μετά την επιμονή τους αυτή οι Αθηναίοι κατέλαβαν ύστερα από πολιορκία
την Μήλο, σκότωσαν όλους τους άρρενες
κατοίκους της και πούλησαν ως δούλους τα γυναικόπαιδα, βεβηλώνοντας ναούς και
καταστρέφοντας οικίες. Αυτό ακριβώς του γεγονός θα λειτουργήσει ως αιτία για να
γράψει ο Ευριπίδης τις Τρωάδες ένα χρόνο αργότερα, έργο για το οποίο πήρε το
δεύτερο βραβείο στους Αγώνες των Μεγάλων Διονυσίων το 415 π.Χ.
Το συγκεκριμένο έργο μαζί με τους
Πέρσες του Αισχύλου και την Αντιγόνη του Σοφοκλή, θεωρείται η κορυφαία τριάδα
των αρχαίων ελληνικών τραγωδιών. Αυτό
που κάνει πολύ σημαντικό αυτό το έργο του Ευριπίδη, είναι η εκφρασμένη
δυνατότητα αμφισβήτησης της εξουσίας. Η Αθηναϊκή Δημοκρατία του παρέχει και του
εγγυάται ταυτόχρονα το δικαίωμα να κριτικάρει σκληρά τη στάση των Αθηναίων
απέναντι στους Μήλιους στην καρδιά του
Πελοποννησιακού Πολέμου. Αυτό ακριβώς το γεγονός είναι η αποθέωση της κατά τον
Κώστα Παπαϊωάννου «Θεατροκρατίας» και αυτής της ίδιας της φύσης της Αθηναϊκής
Δημοκρατίας.
Η υπόθεση του έργου
διαδραματίζεται αμέσως μετά την άλωση της Τροίας. Οι Έλληνες έχουν προβεί ήδη
στη λεηλασία και τον εξανδραποδισμό της πόλης. Αυτό που μένει είναι ο τελικός
επιμερισμός των λαφύρων ανάμεσα στα οποία είναι και οι γυναίκες της Τροίας, οι
Τρωάδες. Παρακολουθούμε λοιπόν τη μοίρα των επιφανών αυτών γυναικών, άλλες εκ
των οποίων μοιράζονται ως σκλάβες και παλλακίδες και άλλες θυσιάζονται. Ακόμη και ο Αστυάνακτας, το μικρό παιδί του
Έκτορα, δεν έχει καλύτερη τύχη. Προς αποφυγή αντεκδίκησης εκ μέρους του όταν ενηλικιωθεί, ρίχνεται από
τα τείχη της Τροίας και θανατώνεται.
Στους διαλόγους γινόμαστε
μάρτυρες των δεινών των ηττημένων από την υπερβολικά βίαιη, αλαζονική συμπεριφορά των νικητών έναντι των
ηττημένων, από την «ύβρη» απέναντι σε θεούς και ανθρώπους. Και είναι ακριβώς
αυτή η υπέρβαση, ή ύβρις, που θα προκαλέσει την μήνιν των θεών, οι
οποίοι θα επιφυλάξουν για τους νικητές τα δεινά που θα αντιμετωπίσουν στα δέκα
χρόνια της επιστροφής στην πατρίδα. Κορυφαία στιγμή η αντιπαράθεση Ελένης και
Εκάβης με την πρώτη να επιρρίπτει τις ευθύνες του Τρωικού πολέμου στους θεούς
(στη Μοίρα) και τη δεύτερη να αναδεικνύει τις προσωπικές της ευθύνες (τη
Βούληση).
Έχει πλέον καθιερωθεί ως θεσμός η
παρουσίαση αρχαίων τραγωδιών το καλοκαίρι
ως ένα είδος «υποχρέωσης». Κάποιες φορές οι θεατρικές αυτές παραστάσεις,
ενέχουν το χαρακτήρα της αρπακτής, άλλες εκφράζουν τον ουσιαστικό προβληματισμό
του σκηνοθέτη. Ένα έργο όμως δικαιώνεται
όταν μετά από τις δεκάδες επαναληπτικές παρουσιάσεις του εμπεριέχει μια πρόταση
και ένα Λόγο για την επιλογή αυτή, όταν ο σκηνοθέτης ή/και ο μεταφραστής
παρουσιάζουν κάτι άξιο προς θέαση. Ως εκ
τούτου υπάρχει πλέον μία επιφυλακτικότητα στις παραστάσεις αυτές, εκτός αν
κάποιος θέλει απλά να περάσει δύο ευχάριστες ώρες.
Ο Θέμης Μουμουλίδης σε μία
σύμπραξη του ΔΗ.ΠΕ.ΘΕ και της 5ης Εποχής / Τέχνης, ανέβασε το
καλοκαίρι αυτό τις Τρωάδες σε μία αντιπολεμική πρόταση μεσούσης μιας περιόδου
κατά την οποία τα τύμπανα του πολέμου ακούγονται ολοένα και πιο κοντά μας. Δεν
είναι μόνο η αποτρόπαια επίθεση του Ισραήλ απέναντι στη Γάζα. Είναι δυστυχώς η
προέλαση των ακραίων φονταμενταλιστών
του ισλαμικού κράτους στη Συρία
και το Λεβάντε αλλά και η αποκορύφωση του εμφυλίου πολέμου στην Ουκρανία, μία
ακόμη τραγική διάψευση όσων είχαν ευαγγελιστεί
το τέλος της ιστορίας.
Προσδίδει λοιπόν στην πρότασή
του, έντονο αντιπολεμικό χαρακτήρα, γεγονός που φαίνεται τόσο στο σκηνικό και
τους ήχους που το πλαισιώνουν, όσο και στις ενδυμασίες των ηθοποιών. Για την ευόδωση του σκοπού του, έχει στη
διάθεσή του πλήθος ικανών ηθοποιών αρκετοί των οποίων είναι καθαρόαιμοι
ηθοποιοί θεάτρου. Προτείνει τόσο μια
καθόλα άρτια και επαγγελματική παράσταση όσο όμως και μια άνιση τέτοια μιας και
δεν καταφέρνει να πάει την πρόταση αυτή ένα βήμα παραπέρα από αυτό. Ο θεατής θα μείνει σε γενικές γραμμές
ικανοποιημένος από την παράσταση που παρακολούθησε, είναι αμφίβολο όμως αν θα
τη διατηρήσει στη μνήμη του ως κάτι το ιδιαίτερο και ξεχωριστό, πόσο μάλλον ως
ρηξικέλευθο. Κατορθώνει και αποσπά πολύ καλές ερμηνείες από αρκετούς των
ηθοποιών όχι όμως από όλους. Μακράν των υπολοίπων, ξεχωρίζουν η Φιλαρέτη
Κομνηνού ως Εκάβη με την τραγικότητα που χαρακτηρίζει την ηρωίδα, η οποία
παραπαίει ανάμεσα στην αλλοφροσύνη που την κυριαρχεί εξαιτίας των δεινών που
έχει προκαλέσει το άγος των κατακτητών και της λογικής την οποία ως βασίλισσα
οφείλει να διατηρήσει για την αντιμετώπισή τους. Εξίσου πολύ καλή η Ιωάννα Παππά
στο ρόλο της Κασσάνδρας η οποία ως ιέρεια κυριαρχείται από την ένθεη μανία του
υπερβατικού την ίδια στιγμή που καλείται να διαχειριστεί την αμηχανία της
απέναντι στην απουσία του Θείου που δεν την προστατεύει.
Ο Στέλιος Μάϊνας ως Ταλθύβιος (ο
διαπραγματευτής των Ελλήνων) κατορθώνει να ερμηνεύσει καλά τον ήρωα που
υποδύεται και ο οποίος νιώθει ανήμπορος να αντιδράσει αλλά και να υπερασπιστεί
τα ανοσιουργήματα των οποίων γίνεται μάρτυρας, ενώ άνιση είναι η ερμηνεία του
καλού ηθοποιού Αρη Λεμπεσόπουλου ως Ποσειδώνα και Μενέλαο, με την απόδοση του
τελευταίου ως καρικατούρα, να παρουσιάζει ενδιαφέρον.
Στα θετικά της παράστασης το
πρόγραμμα το οποίο έχει τη μετάφραση του Κ. Χ. Μύρη αλλά και κείμενα με
μαρτυρίες για πυροβολισμούς αμάχων εν ψυχρώ στη Γάζα, κτηνώδεις δολοφονίες γυναικών κατά τη
διάρκεια της τουρκικής εισβολής στην Κύπρο αλλά και απόσπασα από το Μακρυγιάννη
για το βιασμό παπαδιάς από τούρκους κάπου στο 1830.
Επανερχόμενοι η όλη
παράσταση παρακολουθείται με ιδιαίτερο
ενδιαφέρον, δεν κατορθώνει όμως να περάσει στο επίπεδο της ξεχωριστής.
ΕΞ ΟΝΥΧΟΣ ΤΟΝ ΛΕΟΝΤΑ
Παρεμπιπτόντως αξίζει να αναφέρουμε ότι στο έβδομο βιβλίο
της Παλατινής Ανθολογίας τέσσερα από τα εννέα επιγράμματα, τα αφιερωμένα στον
Ευριπίδη, αποδίδονται στον ιστορικό Θουκυδίδη με το τετράστιχο που ακολουθεί να
έχει τη σημασία του:
Μνᾶμα μὲν Ἑλλὰς ἅπας’ Εὐριπίδου, ὀστέα δ’ ἴσχει γῆ Μακεδών, ᾗπερ
δέξατο τέρμα βίου.
πατρὶς δ’ Ἑλλάδος Ἑλλάς, Ἀθῆναι· πλεῖστα δὲ Μούσαις τέρψας ἐκ
πολλῶν καὶ τὸν ἔπαινον ἔχει.
Μετάφραση:
Όλη η Ελλάδα μνήμα είναι τού Ευριπίδη• κείται το σώμα εκεί
πού πέθανε, σε Μακεδόνων γη.
Κι είν’ της Ελλάδας η καρδιά πατρίδα του , η Αθήνα. Πολλά
έδωσε σαν ποιητής, παινεύτηκε πολύ.
Για όσους ακόμη και τώρα αμφισβητούν την
ελληνικότητα της Μακεδονίας.
ΠΛΗΡΟΦΟΡΙΕΣ
Τρωάδες του Ευριπίδη
Μετάφραση: Κ.Χ. Μύρης.
Επεξεργασία κειμένου: Παναγιώτα Πανταζή και Θέμης
Μουμουλίδης
Σκηνοθέτης: Θέμης Μουμουλίδης
Ηθοποιοί: Φιλαρέτη Κομνηνού, Στέλιος Μάινας, Άρης
Λεμπεσόπουλος, Ζέτα Δούκα, Ιωάννα Παππά, Μαρία Πρωτόπαππα, Χρήστος Πλαΐνης,
Λένα Παπαληγούρα, Μαρούσκα Παναγιωτοπούλου, Λουκία Μιχαλοπούλου, Τζωρτζίνα
Παλαιοθόδωρου, Ειρήνη Κυρμιζάκη, Ίρις Μάρα (κλαρινέτο), Ιώ Κυριακίδη
(ακορντεόν).
Σκηνικά: Γιώργος Πάτσας. Κοστούμια: Παναγιώτα Κοκκορού.
Μουσική: Θύμιος Παπαδόπουλος.
Μέχρι 10 Σεπτεμβρίου
Διάρκεια 120'
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου