Μεθυσμένα άλογα
Την Παρασκευή 8 Ιουνίου 2018 στις 20.00
σας προσκαλούμε στην τελευταία προβολή της Ταινιοθήκης της Ρήξης πριν το καλοκαίρι
στον χώρο πολιτικής και πολιτισμού «Ρήγας Βελεστινλής», Ξενοφώντος 4, Σύνταγμα
Διάρκεια: 77′
Παραγωγή: Ιράν Σκηνοθεσία: Μπαχμάν Γκομπάντι
Πρωταγωνιστούν:Αγιούμπ Αχμαντί, Αμενέ Εκτιάρ-Ντινί, Μαντί Εκτιάρ-Ντινί
Τα «Μεθυσμένα άλογα» στα σύνορα της τέχνης
Μια πολύ σημαντική δουλειά από τον άγνωστο μέχρι τούδε Bahman Ghobadi. Ο πέρσης σκηνοθέτης είναι κουρδικής καταγωγής. Στο διάστημα 1995-1999 έκανε δέκα μικρού μηκους ταινίες και διακρίθηκε σε αρκετά φεστιβάλ, με σπουδαιότερο το ειδικό βραβείο της επιτροπής του Κλερμόν-Φεράν που κέρδισε η ταινία του «Ζωή στην ομίχλη». Το 1999 δούλεψε ως βοηθός του Αμπάς Κιαροστάμι στο φιλμ «Ο άνεμος θα μας σηκώσει» και πρωταγωνίστησε στον «Μαυροπίνακα» της Σαμίρα Μαχμαλμπάφ.
«Τα μεθυσμένα άλογα» (Zamani baraye masti asbha) είναι τα θύματα του αγώνα των κούρδων του Ιράν για επιβίωση. Οι ιδιοκτήτες τους τα ποτίζουν βότκα ή κονιάκ μαζί με το νερό, για να μην αντιστέκονται στα δύσκολα και πάντα επικίνδυνα, λαθραία διασυνοριακά ταξίδια. Η ιστορία του Madi και του Ayoub τραγική και πονεμένη, γεμάτη βάσανα και δυσκολίες ανυπέρβλητες. Ο ηρωισμός και η αυταπάρνηση υπερβαίνουν την πραγματικότητα. Η ταινία εκτροχιάζεται (όχι αναίτια) προς το ντοκιμαντέρ αλλά πετυχαίνει να βάλει σε τροχιά το όραμα των κούρδων για ανεξαρτησία και πατρίδα-γη.
Ο Ayoub τίθεται επικεφαλής μιας σχεδόν διαλυμένης οικογένειας, μετά τον θάνατο του πατέρα του από νάρκη. Αν και ανήλικος, πρέπει να δουλέψει πολύ σκληρά για να θρέψει τα υπόλοιπα αδέρφια του και να εξασφαλίσει χρήματα για την εγχείρηση του ανάπηρου αδερφού του Madi. Ο Madi είναι νάνος και ημιπαράλυτος και υπόκειται σε θεραπευτική αγωγή με χάπια και ενέσεις, περιμένοντας την εγχείρηση που θα του παρατείνει τη ζωή για μερικούς μήνες ακόμη. Η ματαιότητα του εγχειρήματος δεν πτοεί καθόλου τον Ayoub που τον υπεραγαπά, ούτε και τις αδερφές του, που με αυτοθυσία και αυταπάρνηση προσπαθούν να τον βοηθήσουν και να τον σώσουν.
Ο Ghobadi καταπιάνεται με τρία φλέγοντα ζητήματα, κοινωνικά και ηθικά, και καταφέρνει να τα περιγράψει με εκπληκτική σαφήνεια και σπάνια ευαισθησία. Ο κουρδικός λαός – ουσιαστικά άπατρις – είναι μοιρασμένος σε τέσσερις χώρες, Ιράν, Ιράκ, Συρία και Τουρκία. Παρόλο που το Ιράν είναι το ανεκτικότερο των υπολοίπων κρατών (με χειρότερη φυσικά την Τουρκία), η υποβάθμιση της ζωής των κούρδων είναι καθημερινή. Ο εκτοπισμός τους σε παραμεθόριες ζώνες και η διαρκής γκετοποίηση, τους έχουν οδηγήσει κατά καιρούς σε ενέργειες απελπισίας, στο λαθρεμπόριο, την αλληλοεκμετάλλευση ή και την αλληλοεξόντωση. Η μοίρα του λαού αυτού παρουσιάζεται τόσο γλαφυρά και ρεαλιστικά, ώστε να αφορά αυτόματα όποιαδήποτε άλλη μειονότητα ανά τον κόσμο (τσιγγάνοι, πομάκοι, αρμένιοι και βάλε).
Κατά δεύτερον η εργασία ανηλίκων και η εκμετάλλευσή τους είναι πολύ σοβαρό θέμα που παραμένει ανοικτή πληγή σε όλες τις τριτοκοσμικές χώρες. Παιδάκια που εργάζονται σε άθλιες συνθήκες και πληρώνονται πενιχρά, θέτοντας καθημερινά την ζωή τους σε κίνδυνο. Έχοντας ελάχιστη ή ανύπαρκτη μόρφωση, μη μπορώντας να χαρούν το παιχνίδι και την ανεμελιά, μειώνοντας παράλληλα το ηλικιακό όριο ζωής τους. Αλλά μια τέτοια τρισάθλια ζωή γιατί θα πρέπει να κρατάει πολύ;
«Τα μεθυσμένα άλογα» (Zamani baraye masti asbha) είναι τα θύματα του αγώνα των κούρδων του Ιράν για επιβίωση. Οι ιδιοκτήτες τους τα ποτίζουν βότκα ή κονιάκ μαζί με το νερό, για να μην αντιστέκονται στα δύσκολα και πάντα επικίνδυνα, λαθραία διασυνοριακά ταξίδια. Η ιστορία του Madi και του Ayoub τραγική και πονεμένη, γεμάτη βάσανα και δυσκολίες ανυπέρβλητες. Ο ηρωισμός και η αυταπάρνηση υπερβαίνουν την πραγματικότητα. Η ταινία εκτροχιάζεται (όχι αναίτια) προς το ντοκιμαντέρ αλλά πετυχαίνει να βάλει σε τροχιά το όραμα των κούρδων για ανεξαρτησία και πατρίδα-γη.
Ο Ayoub τίθεται επικεφαλής μιας σχεδόν διαλυμένης οικογένειας, μετά τον θάνατο του πατέρα του από νάρκη. Αν και ανήλικος, πρέπει να δουλέψει πολύ σκληρά για να θρέψει τα υπόλοιπα αδέρφια του και να εξασφαλίσει χρήματα για την εγχείρηση του ανάπηρου αδερφού του Madi. Ο Madi είναι νάνος και ημιπαράλυτος και υπόκειται σε θεραπευτική αγωγή με χάπια και ενέσεις, περιμένοντας την εγχείρηση που θα του παρατείνει τη ζωή για μερικούς μήνες ακόμη. Η ματαιότητα του εγχειρήματος δεν πτοεί καθόλου τον Ayoub που τον υπεραγαπά, ούτε και τις αδερφές του, που με αυτοθυσία και αυταπάρνηση προσπαθούν να τον βοηθήσουν και να τον σώσουν.
Ο Ghobadi καταπιάνεται με τρία φλέγοντα ζητήματα, κοινωνικά και ηθικά, και καταφέρνει να τα περιγράψει με εκπληκτική σαφήνεια και σπάνια ευαισθησία. Ο κουρδικός λαός – ουσιαστικά άπατρις – είναι μοιρασμένος σε τέσσερις χώρες, Ιράν, Ιράκ, Συρία και Τουρκία. Παρόλο που το Ιράν είναι το ανεκτικότερο των υπολοίπων κρατών (με χειρότερη φυσικά την Τουρκία), η υποβάθμιση της ζωής των κούρδων είναι καθημερινή. Ο εκτοπισμός τους σε παραμεθόριες ζώνες και η διαρκής γκετοποίηση, τους έχουν οδηγήσει κατά καιρούς σε ενέργειες απελπισίας, στο λαθρεμπόριο, την αλληλοεκμετάλλευση ή και την αλληλοεξόντωση. Η μοίρα του λαού αυτού παρουσιάζεται τόσο γλαφυρά και ρεαλιστικά, ώστε να αφορά αυτόματα όποιαδήποτε άλλη μειονότητα ανά τον κόσμο (τσιγγάνοι, πομάκοι, αρμένιοι και βάλε).
Κατά δεύτερον η εργασία ανηλίκων και η εκμετάλλευσή τους είναι πολύ σοβαρό θέμα που παραμένει ανοικτή πληγή σε όλες τις τριτοκοσμικές χώρες. Παιδάκια που εργάζονται σε άθλιες συνθήκες και πληρώνονται πενιχρά, θέτοντας καθημερινά την ζωή τους σε κίνδυνο. Έχοντας ελάχιστη ή ανύπαρκτη μόρφωση, μη μπορώντας να χαρούν το παιχνίδι και την ανεμελιά, μειώνοντας παράλληλα το ηλικιακό όριο ζωής τους. Αλλά μια τέτοια τρισάθλια ζωή γιατί θα πρέπει να κρατάει πολύ;
Τρίτον και εξίσου σπουδαίον, είναι η αδελφική αγάπη και οι ισχυροί δεσμοί της οικογένειας, η μόνη πηγή δύναμης και στήριγμα για να συνεχίσει κανείς μια εξαρχής δύσκολη ζωή, γεμάτη αγκάθια και κινδύνους. Τα πολλά παιδιά είναι «ευλογία». Τα αγόρια είναι εργατικά χέρια και η δύναμη της οικογένειας. Τα κορίτσια είναι μια έμμεση πηγή εισοδήματος, αφού ο γάμος τους είναι μια καθαρή εμπορική πράξη. Οι ομορφότερες κόρες είναι και οι πιο προσοδοφόρες. Η παντρειά μίας εξ αυτών, μπορεί ενίοτε να ξελασπώσει μια ολόκληρη οικογένεια.
Έτσι κι εδώ. Η όμορφη αδερφή παζαρεύεται από τον θείο της και παντρεύεται με κάποιον κούρδο απ’ το Ιράκ, σε αντάλλαγμα με την εγχείρηση του Madi, όπως υπόσχονται οι συγγενείς του γαμπρού. Όταν όμως η γαμήλια πομπή φτάνει στα σύνορα, η πεθερά δεν αναγνωρίζει την δέσμευση της οικογενείας της. Κρατάει βέβαια με την βία την όμορφη νύφη, αλλά αρνείται να βάλει έναν σακάτη στο σπίτι της, φοβούμενη την κακοτυχία που θα φέρει μαζί του. Έτσι ο συμπαθής νάνος παίρνει τον δρόμο του γυρισμού στην αγγαλιά του αδερφού του. Κι οι δυο μαζί χάνονται προς ένα αβέβαιο μέλλον.
Ο Ghobadi χρησιμοποιεί ερασιτέχνες ηθοποιούς (κατά παράδοση του ιρανικού σινεμά) που τα
καταφέρνουν περίφημα, δίνουν τον καλύτερό τους εαυτό και προσδίνουν τρομερή αλήθεια και τραγικότητα στην υπόθεση. Άλλωστε ο δημιουργός, όντας κούρδος, εμπνεύστηκε από αληθινά περιστατικά, που συνέβησαν στα νιάτα του στο μεθοριακό χωριό που γεννήθηκε. Τα συναισθήματα προκαλούνται χωρίς να εκβιάζονται. Η τραγικότητα των γεγονότων περιβάλλεται από μια ποιητική διάθεση, που παρακάμπτει με αξιοθαύμαστο τρόπο τις εύκολες συγκινήσεις και παραμένει στην ουσία των πραγμάτων.
Η ποίηση ξεχειλίζει από τις εικόνες και το οπτικό μέρος θα ικανοποιήσει και τους πιο απαιτητικούς θεατές. Γυρισμένο στα χειμωνιάτικα τοπία των συνόρων Ιράν-Ιράκ, το φιλμ είναι ένα χάρμα ιδέσθαι. Τα πανοραμικά πλάνα έχουν απίστευτη φυσικότητα και ομορφιά. Τα κοντινά είναι συναισθηματικά φορτισμένα, αλλά γεμάτα από ένα χρώμα περίεργα εξωτικό, διανθισμένα με λεπτομέρειες από την καθημερινή ζωή, τις παραδόσεις, τα ήθη και τα έθιμα. Η φωτογραφία είναι έξοχη και η δράση ενισχύεται με την αφοπλιστική απλότητα των παιδιών.
Είναι πολύ σπουδαίο γεγονός ότι η ταινία είναι η επίσημη υποβολή συμμετοχής του Ιράν στα ξενόγλωσσα όσκαρ. Μακάρι να κερδίσει και την υποψηφιότητα και – γιατί όχι – και το βραβείο, αν και το θέμα της είναι μάλλον ακανθώδες για το «ανυποψίαστο αμερικάνικο κοινό». Βέβαια, δεν πρέπει να ξεχνάμε ότι φέτος είδαμε άλλες δυο πολύ δυνατές περσικές ταινίες: «Ο κύκλος» του Τζαφάρ Παναχί και «Την ημέρα που έγινα γυναίκα» της Μαρζιγιέ Μεσκινί. Όμως αυτές ασχολούνται με την γυναίκα και τα δικαιώματά της, θέμα που ακόμα παραμένει ταμπού στον ισλαμικό κόσμο. Έτσι, το υπουργείο πολιτισμού της χώρας προτίμησε μια ταινία που αφορά μειονότητες, δείχνοντας «έξωθεν» προοδευτικότητα και ευαισθησία, κλείνοντας παράλληλα τα μάτια στα εγγενή προβλήματα και αρνούμενη να παραδεχτεί την αρτηριοσκληρωτικότητα, με την οποία αντιμετωπίζονται ανάλογα «γυναικεία» θέματα.
Έτσι κι εδώ. Η όμορφη αδερφή παζαρεύεται από τον θείο της και παντρεύεται με κάποιον κούρδο απ’ το Ιράκ, σε αντάλλαγμα με την εγχείρηση του Madi, όπως υπόσχονται οι συγγενείς του γαμπρού. Όταν όμως η γαμήλια πομπή φτάνει στα σύνορα, η πεθερά δεν αναγνωρίζει την δέσμευση της οικογενείας της. Κρατάει βέβαια με την βία την όμορφη νύφη, αλλά αρνείται να βάλει έναν σακάτη στο σπίτι της, φοβούμενη την κακοτυχία που θα φέρει μαζί του. Έτσι ο συμπαθής νάνος παίρνει τον δρόμο του γυρισμού στην αγγαλιά του αδερφού του. Κι οι δυο μαζί χάνονται προς ένα αβέβαιο μέλλον.
Ο Ghobadi χρησιμοποιεί ερασιτέχνες ηθοποιούς (κατά παράδοση του ιρανικού σινεμά) που τα
καταφέρνουν περίφημα, δίνουν τον καλύτερό τους εαυτό και προσδίνουν τρομερή αλήθεια και τραγικότητα στην υπόθεση. Άλλωστε ο δημιουργός, όντας κούρδος, εμπνεύστηκε από αληθινά περιστατικά, που συνέβησαν στα νιάτα του στο μεθοριακό χωριό που γεννήθηκε. Τα συναισθήματα προκαλούνται χωρίς να εκβιάζονται. Η τραγικότητα των γεγονότων περιβάλλεται από μια ποιητική διάθεση, που παρακάμπτει με αξιοθαύμαστο τρόπο τις εύκολες συγκινήσεις και παραμένει στην ουσία των πραγμάτων.
Η ποίηση ξεχειλίζει από τις εικόνες και το οπτικό μέρος θα ικανοποιήσει και τους πιο απαιτητικούς θεατές. Γυρισμένο στα χειμωνιάτικα τοπία των συνόρων Ιράν-Ιράκ, το φιλμ είναι ένα χάρμα ιδέσθαι. Τα πανοραμικά πλάνα έχουν απίστευτη φυσικότητα και ομορφιά. Τα κοντινά είναι συναισθηματικά φορτισμένα, αλλά γεμάτα από ένα χρώμα περίεργα εξωτικό, διανθισμένα με λεπτομέρειες από την καθημερινή ζωή, τις παραδόσεις, τα ήθη και τα έθιμα. Η φωτογραφία είναι έξοχη και η δράση ενισχύεται με την αφοπλιστική απλότητα των παιδιών.
Είναι πολύ σπουδαίο γεγονός ότι η ταινία είναι η επίσημη υποβολή συμμετοχής του Ιράν στα ξενόγλωσσα όσκαρ. Μακάρι να κερδίσει και την υποψηφιότητα και – γιατί όχι – και το βραβείο, αν και το θέμα της είναι μάλλον ακανθώδες για το «ανυποψίαστο αμερικάνικο κοινό». Βέβαια, δεν πρέπει να ξεχνάμε ότι φέτος είδαμε άλλες δυο πολύ δυνατές περσικές ταινίες: «Ο κύκλος» του Τζαφάρ Παναχί και «Την ημέρα που έγινα γυναίκα» της Μαρζιγιέ Μεσκινί. Όμως αυτές ασχολούνται με την γυναίκα και τα δικαιώματά της, θέμα που ακόμα παραμένει ταμπού στον ισλαμικό κόσμο. Έτσι, το υπουργείο πολιτισμού της χώρας προτίμησε μια ταινία που αφορά μειονότητες, δείχνοντας «έξωθεν» προοδευτικότητα και ευαισθησία, κλείνοντας παράλληλα τα μάτια στα εγγενή προβλήματα και αρνούμενη να παραδεχτεί την αρτηριοσκληρωτικότητα, με την οποία αντιμετωπίζονται ανάλογα «γυναικεία» θέματα.
Πηγή: http://www.mic.gr/cinema/methysmena-aloga-sta-synora-tis-tehnis
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου